Μια δολοφονία στην οδό Δημαρχίας τον Μάιο του 1912
Facebook: https://www.facebook.com/permalink.php?id=204212503401724&story_fbid=819337661889202
Μια δολοφονία στην οδό Δημαρχίας τον Μάιο του 1912. Άπνους ένας τοκογλύφος εν μέση οδώ. Από τον Σπύρο Αλευρόπουλο και τη Μάρα Νικοπούλου
Νέα Αλήθεια 4/5/1912 Η είδηση της δολοφονίας
Αποτρόπαιο και τολμηρό κακούργημα. Ο τοκιστής [δηλαδή τοκογλύφος] Αντώνιος Ζαρούχας με το μεγαλύτερο γιο του κατηφόριζε από το Διοικητηριο και διερχόταν την οδό Δημαρχίας. Κάποιος με λευκά και μ ένα μαντήλι στο πρόσωπο χωρίς να πει τίποτα του κάρφωσε μια μαχαιριά στο στήθος κι έφυγε. Ο Ζαρούχας έπεσε άπνους.Ο γιος έβαλε τον πατέρα σε μια άμαξα και τον πήγε στο σπίτι τους, δίπλα στο ξενοδοχείο Κολόμπο. 5/5/1912 Μακεδονία Ο δολοφόνος ασύλληπτος, μαθητές Γυμνασίου και αντιπρόσωποι της Ελληνικής Κοινότητας στην κηδεία του. Αμέσως άρχισαν οι έρευνες. Οι ανακρίσεις επικεντρώνονται στους γιους. Και στον συνοδεύοντα αλλά και στον μικρότερο. Αυτόν μάλιστα τον κράτησαν μέχρι προχωρημένη ώρα, άγνωστο για ποιο λόγο. Νέα Αλήθεια 6/5/1912 Ποιος όμως ήταν αυτός ο Ζαρούχας; Αγάπησε το χρήμα, το καλλιέργησε, το πολλαπλασίασε, το αποθήκευσε, το επεσώρευσε. Το όνομά του μάλιστα ήταν παροιμιώδες. Ζαρούκας, με όλα τα ανέκδοτα που συνόδευαν τον βίο του. Καταγόμενος από την Βέροια, ήθελε να έρχεται εδώ χωρίς να κινδυνεύει από τους ληστές. Μεταμφιεζόταν σε αγωγιάτη, ακόμη και μέσα σε βαρέλι γύψου ταξίδεψε.Στο τρένο ταξίδευε πάντα στην τρίτη θέση ελλείψει τέταρτης. Δεν άλλαζε ρούχα. Συνδρομητής της εφημερίδας ζήτησε έκπτωση και όταν δεν την πήρε την πλήρωνε πάντα με το νόμισμα που ήξερε ότι θα έχανε την αξία του. Αγόρασε την οικία Πέμμα (Σερέφα) στην παραλία και την πλήρωσε τοις μετρητοίς. Ακόμη και ο τραπεζίτης Μοδιάνο τον κάλεσε. Πήγε γιατί νόμιζε ότι θα αγόραζε από αυτόν τη Σιτέ Σαούλ. Όταν του έκλεψαν 2000 λίρες, αποκάλυψε ότι τόσοι ήταν οι τόκοι που έβγαζε μέσα σε ένα χρόνο. Όταν του ζητούσε η εκκλησία λεφτά, παρέπεμπε τους παπάδες στους πλούσιους. Αυτός, έλεγε, είναι φτωχός άνθρωπος. Νέα Αλήθεια 8/5/1912 Στο σπίτι του βρέθηκαν ένα παλιό κρεβάτι, ένα παλιό στρώμα, ένα ακόμη πιο παλιό πάπλωμα.Δίπλα στο παλιό μαξιλάρι ένα φέσι λερωμένο, και μέσα σε ένα χαρτί τυλιγμένες μερικές ελιές. Ένα τρισάθλιο δωμάτιο. Μέσα όμως στο χρηματοκιβώτιό του βρέθηκαν 10.000 λίρες. Και 400 χαρτιά με υποθηκεύσεις που υπρεβαίνουν τις 100.000 λίρες. Λέγεται ότι είχε και καταθέσεις.
Νέα Αλήθεια 11/5/1912
Σαν μνημόσυνο τα παιδιά του δωρίζουν λίρες στα σχολεία και στην εκκλησία στην ιδιαίτερή τους πατρίδα την Βέροια. Νέα Αλήθεια 23/5/1912 Δυο βδομάδες μετά την δολοφονία σημαντικές εξελίξεις. Προφυλακίζονται ο μικρότερος γιος Βασίλειος, ο πεθερός του γιου Σαρόπουλος και 3 Ισραηλίτες. Η Μακεδονία την ίδια μέρα είχε περισσότερες πληροφορίες, αναπαράγοντας (ως παραδοξολογήματα) πληροφορίες της Γενή Ασρ, της τουρκόφωνης εφημερίδας της πόλης μας. Γίνεται αναφορά για μεγάλα χρέη του μικρότερου γιου και του πεθερού του, καθώς και για διένεξη ανάμεσα σ αυτόν και το θύμα-πατέρα του. Νέα Αλήθεια 27/5/1912 Συλλαμβάνεται ένας εβραίος αραμπατζής ως δολοφόνος που πληρώθηκε για να εκτελέσει το συμβόλαιο θανάτου. Δήλωσε ότι πληρώθηκε από τον Μουσιόν Μπενρουμπή για να προβεί στο έγκλημα. Ο τελευταίος το αρνείται. Μακεδονία 30/5/1912 Η εφημερίδα πανηγυρίζει την επιτυχία της αστυνομίας για την διαλεύκανση της δολοφονίας. Παρομοιάζει την ευφυία που επέδειξε με τις ικανότητες του Κόναν Ντόυλ και τον ήρωά του τον Σέρλοκ Χολμς (ο οποίος ήταν αρκετά επίκαιρος εκείνη την εποχή μια και δημοσιεύονταν σε συνέχειες οι περιπέτειές του στις εφημερίδες) Νέα Αλήθεια 1/6/1912 Η Νέα Αλήθεια είναι λίγο πιο συγκρατημένη σχετικά με τα αποτελέσματα των ερευνών.
Μακεδονία 5/7/1912 Λίγο αργότερα και η Μακεδονία κρατάει αποστάσεις. Και φτάνουμε στη δίκη 5 Σεπτεμβρίου 1912. Πλήθος περιέργων να δουν από κοντά τον γιο και τον πεθερό που φέρονται ως ηθικοί αυτουργοί της δολοφονίας. Ανάμεσα στους δικαστές, ως γραμματέας ο Χικμέτ μπέης, πατέρας του ποιητή Ναζίμ.
Ως δολοφόνος κατηγορείται ο Γιακό Κανλή ( ο αραμπατζής που φέρεται ότι πλήρωσε ο Μπενρουμπή). Εντύπωση προκαλεί η προσεγμένη παρουσία του κατηγορούμενου Βασιλάκη Ζαρούχα. Φρεσκοξυρισμένος, σαρκωδέστερος από πριν, με ηράκλεια νώτα. Καταθέτει ένας υποδηματοποιός ως αυτόπτης μάρτυρας, αλλά δεν αναγνωρίζει τον Γιακό ως δολοφόνο. Μετά καταθέτει ένας οδηγός τραμ ο Κώτσιος Νταής, Παναγιώτου τον λέγανε τον άνθρωπο αλλά του έμεινε το προσωνύμιο νταής γιατί, κατά την εφημερίδα, ήταν νταής (!).Υπάρχει κώλυμα να ορκιστεί, γιατί έχει καταδικαστεί στο παρελθόν.Αυτός λοιπόν καταθέτει ότι ο αρχιαστυνόμος Βεφήκ εφέντης τον απείλησε προκειμένου να υποδείξει ψευδώς κάποιους από τους κατηγορούμενους ως ηθικούς αυτουργούς και χρηματοδότες της δολοφονίας. Ότι στην αρχή ζήτησαν απ αυτόν να γίνει ο δολοφόνος ή τουλάχιστον να υποδείξει κάποιον να δολοφονήσει τον Ζαρούχα.Τώρα, ενώπιον του δικαστηρίου τα αναιρεί όλα, διότι ό,τι είναι γραμμένο ας το πάθει, μια φορά ψέματα δε λέει. Εμφανίζεται και ένας τραπεζίτης ο οποίος καταθέτει για τον αξιέπαινο χαρακτήρα του Βασιλάκη Ζαρούχα.Δανειζόταν μεν πάνω από τις δυνάμεις του, αλλά θα τα ξεπλήρωνε μετά τον θάνατο του πατρός του. Ο εισαγγελεύς ρωτάει ευφυώς πώς γνώριζε ο Βασιλάκης ότι θα πέθαινε ο πατέρας του πριν τον ίδιο, ο δικηγόρος απαντά ότι θα απαντήσει στην τελική αγόρευσή του. Παμμακεδονική 6/9/1912 Σειρά να εξεταστούν έχουν τα αδέλφια Γκαρπολά, Αλέκος και Νίκος, εκδότες του Φάρου της Μακεδονίας. Ο Αλέκος Γκαρπολάς καταθέτει ότι ο πεθερός του Βασιλάκη, ο Σαρόπουλος, ήθελε να δουλέψει στην εφημερίδα. Το απόγευμα του φόνου λέγεται ότι κάποιοι ζήτησαν 500 λίρες για να αποκαλύψουν τους δολοφόνους.Τα αδέλφια αρνούνται ότι κάποιοι ζήτησαν χρήματα για να κατονομάσουν τους δολοφόνους παρ' όλο που αυτή ήταν η αρχική εντύπωση. Ο Νίκος Γκαρπολάς ισχυρίζεται ότι είπε στον Σαρόπουλο πως ο κόσμος (γενικά) θεωρεί ένοχους τον Βασιλάκη και τον Μπενρουμπή Καταγγέλεται στο δικαστήριο ότι ο φερόμενος ως δολοφόνος Γιακό Κανλή κακοποιήθηκε από τους ασατυνομικούς. Ο εισαγγελέας προσπαθεί να αποφύγει την εξέταση μαρτύρων που θα πιστοποιούσαν τον βασανισμό του, τελικά όμως το δικαστήριο δέχεται να εξεταστεί το θέμα. Παμμακεδονική 18/9/1912
Η αρχική περιέργεια ικανοποιήθηκε μάλλον, οι ακροατές λιγόστεψαν.
Ο αρχιαστυνόμος Βεφήκ αρνείται ότι πρότεινε στον Κώτσιο Νταή να ψευδομαρτυρήσει. Ο αρχιδεσμοφύλακας Σιαμή καταθέτει ότι ο Γιακό Κανλή κλεισμένος στην απομόνωση (ντουλάπ) κραύγαζε από τον πόνος. Εξεταζόμενος από γιατρό εξακριβώθηκε ότι είχε σημάδι στο μάτι. Και ο δεσμοφύλακας Χαϊδάρ Γιασιάρ βεβαιώνει ότι ο Γιακό Κανλή δεν ήταν καλά στην υγεία του. Ο γιατρός που φώναξαν συνέστησε να βγεί ο Κανλή από την απομόνωση και να του δίνεται μόνο γάλα και γιαούρτι. Ο γιατρός που εξετάστηκε αναφέρει και πληγή στο γόνατο του κατηγορουμένου, χωρίς να μπορεί να ξέρει την αιτία. Κανείς δεν είπε τίποτα στους πιο πάνω στην ιεραρχία. Μια από τις συνέπειες αυτής της ολιγωρίας ήταν και κάποιοι από τους υπαλλήλους που κατέθεσαν να χάσουν τη δουλειά τους, με διαταγή του προέδρου του δικαστηρίου. Μακεδονία 20/9/1912 Συνεχίζεται η εξέταση για την κακοποίηση του Γιακό Κανλή. Καταθέτουν και κάποιοι μάρτυρες που ήταν κοντά στον τόπο και την ώρα της δολοφονίας. Μακεδονία 22/9/1912 Στην επανεξέτασή του ο αυτόπτης μάρτυρας υποδηματοποιός Γιουσέφ είπε ότι δεν είδε το δολοφόνο και ότι σε μια στιγμή που ο άερας σήκωσε το μαντήλι του διέκρινε ότι είχε ξανθό μουστάκι.Διευκρινίζει ότι ο δολοφόνος του Ζαρούχα ήταν παχύτερος και ψηλότερος του Κανλή. Μακεδονία 27/9/1912 27/9 Μαρτυρία του γιατρού Σιακή ότι ο Μουσιόν Μπενρουμπή ήταν άρρωστος και η ασθένειά του μπορεί να είχε διαρκέσει πολλές μέρες. Επίσης σύμφωνα με μάρτυρες, την ώρα της δολοφονίας ο Μουσιών Μπενρουμπί βρισκόταν στο καφενείο του Μουσιών Ραφαέλ (Κρυστάλ;). Από τη δίκη μαθαίνουμε ότι ο Βασ. Ζαρούχας είχε ασφαλιστήριο ζωής το οποίο μετά θάνατον θα το εισέπραττε ο δανειστής του Δαυίδ Μπενρουμπή. Ο εισαγγελέας, φυσικά, ζήτησε την καταδίκη των κατηγορουμένων, οι δικηγόροι υπεράσπισης κατηγόρησαν δριμύτατα τους αστυνομικούς και ζητούν φυσικά την αθώωση του ξυλοδαρθέντος Γιακό Κανλή. Το τέλος της υπόθεσης δεν το γνωρίζουμε. Όπως όλες οι ενδιαφέρουσες υποθέσεις έτσι κι αυτή δεν μας έδωσε το τέλος της. Ίσως λόγω των συντελουμένων δραματικών αλλαγών στην πόλη, ίσως λόγω επιρροής των καττηγορουμένων, ίσως λόγω της πειθούς των δικηγόρων το σίγουρο είναι ότι ο Βασ. Ζαρούχας δεν καταδικάστηκε. Στη Μακεδονία 3/1/1913 αναφέρονται οι δυο γιοι του Ζαρούχα, ο Γεώργιος και ο Βασιλάκης ως δωρητές για τις ανάγκες του πολέμου. Εξ αυτού εικάζουμε ότι αθωώθηκε. Από το γεγονός αυτό μπορούμε να κάνουμε και την υπόθεση ότι και οι συγκατηγορούμενοί του κηρύχτηκαν αθώοι.
Κάποια στιγμή κάποιος ηδονιστής της ψευτιάς (!) πρόλαβε στην εφημερίδα ότι η γυναίκα του Βασ. Ζαρούχα, ενάρετος και χρηστή γυναίκα αλλά βαριά άρρωστη, πέθανε καταλίπουσα απαρηγόρητους άνδρα (τον Βασίλη) και παιδί. Διορθώθηκε την μεθεπομένη, προς χαράν της εφημερίδας.