Η καριάκα στην Αρετσού Β

Η “καριάκα”, μέρος 2ο (συνέχεια από την χθεσινή ανάρτηση) Τα πιο πρόσφατα τεκμήρια και πληροφορίες για την καριάκα.

Από τον Θόδωρο Νάτσινα

Facebook: https://www.facebook.com/thessalonikilostcity/posts/1070088190147480

Την επόμενη χρονιά, το 1989, στην ιστορία μας εμφανίζεται και η Μελίνα Μερκούρη ως υπουργός πολιτισμού καθώς υπογράφει απόφαση που κηρύττει «ως αρχαιολογικό χώρο τη θαλάσσια περιοχή του κόλπου Θεσ/νίκης», την οποία περιγράφει με συντεταγμένες και γράμματα. Συνδέει το υποβρύχιο φράγμα με τον ορμίσκο που ταυτίζεται με το βυζαντινών χρόνων «Κελλάριον». Μάλιστα αναφέρει την ιστορική και αρχαιολογική μορφή του ορμίσκου – μια ατυχής έμπνευση για έναν ορμίσκο που, στη συγκεκριμένη θέση, μόνο ως αστικός μύθος μπορεί να θεωρηθεί ιστορικός… Αυτό όμως σε άλλη ανάρτηση. Θα ήταν ενδιαφέρον να εντοπίσουμε την γνωμοδότηση του ΚΑΣ που αναφέρει η απόφαση στο ΦΕΚ αλλά προς το παρόν δεν βρέθηκε. Η υπουργική αυτή απόφαση, όπως δημοσιεύθηκε, είχε προβλήματα και χρειάστηκαν άλλα δύο ΦΕΚ για να ολοκληρωθεί σωστά. Η τρίτη δημοσίευση λίγους μήνες αργότερα, στο ΦΕΚ 661, Β’, 31/8/1989, περιλαμβάνει τοπογραφικό διάγραμμα του υποβρυχίου φράγματος και της ακτής της Σοφούλη. Το διάγραμμα είναι τεμαχισμένο σε πολλές σελίδες, όπως συνηθίζεται. Εδώ είναι ενοποιημένο ερασιτεχνικά από εμένα σε μια μορφή που δεν είναι πολύ σωστή αλλά δίνει τουλάχιστον την θέση του σχηματισμού σε σχέση με γνωστά στοιχεία της παραλίας της Σοφούλη. Πάντως, έχω την εντύπωση ότι η αποτύπωση έγινε προσεγγιστικά, όπως φαίνεται ο σχηματισμός από την επιφάνεια της θάλασσας και όχι με επαγγελματικά τοπογραφικά όργανα. Το 1997, ο Χ. Μπακιρτζής επανέρχεται στο θέμα σε ένα σύντομο κείμενο «Το Κελλάριον της Θεσσαλονίκης», στο οποίο δίνει πολλά ενδιαφέροντα στοιχεία, συμπεριλαμβανομένης της πηγής που δεν ανέφερε το 1975 (22 χρόνια αργότερα). Παραθέτει αυτή την φωτογραφία από το 1970 του λιμενοβραχίονα του ΝΟΘ και περιγράφει την εικόνα του υποβρύχιου φράγματος όπως την είδε από την επιφάνεια αναφέροντας ότι αποτελείται από «μεγάλους λαξευμένους λίθους». Αναφέρει αυτοψία του σχηματισμού από τον Η. Σπονδύλη του 1989 (υπενθύμιση ότι η δημοσίευση του Σπονδύλη που παρέθεσα πιο πριν ήταν του 1988) και μεταφέρει στοιχεία από μια έκθεσή του, τα οποία δεν περιεχόταν στην δημοσίευση του 1988: περιγράφει το υποβρύχιο φράγμα ως «βραχώδη κατασκευή» και δίνει μια αδρή περιγραφή της διατομής «με κατακόρυφο σχεδόν μέτωπο προς την πλευρά της ακτής και ομαλή κλίση προς την πλευρά του πελάγους». Μήπως το κείμενο αυτό είναι στην αιτιολογική έκθεση της υπουργικής απόφασης που δεν έχω βρει; Ο Μπακιρτζής, επίσης, αναφέρει αυτοψία του Ε. Καμπούρογλου της Εφορείας Παλαιοανθρωπολογίας και Σπηλαιολογίας, που έγινε το 1992 (που επίσης δεν κατάφερα να εντοπίσω). Σύμφωνα με αυτήν ο σχηματισμός είναι «απολιθωμένη ακτογραμμή σε μορφή beachrocks που δύναται να χρησιμοποιηθεί ως λιμενοβραχίονας». Ο ίδιος ο Μπακιρτζής συσχετίζει «βύθιση» του σχηματισμού τόσο με την ανύψωση της στάθμης της θάλασσας όσο και την επίχωση του βυθού από τα τοπικά ρέματα από τον 7ο αιώνα BCE ως σήμερα για να υποθέσει ότι η σχηματισμός στην αρχαιότητα είτε θα εξείχε από την επιφάνεια της θάλασσας είτε θα ήταν ορατός και, επομένως, θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως «μώλος» Καταλήγει με αναφορά σε άλλους υποβρύχιους σχηματισμούς (τους αποκαλεί «μπάγκους») που έχουν εντοπιστεί στον Θερμαϊκό, με πιο ενδιαφέρουσα την πληροφορία ότι υπήρχαν και στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης. Αυτή είναι μια ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα πληροφορία γιατί διαθέτουμε πολύ λίγες για παλιές πιθανές ακτογραμμές στην περιοχή όπου σήμερα βρίσκεται το κέντρο της πόλης. Ο σχηματισμός έχει συζητηθεί σε ομάδες στο facebook από όπου η πιο χρήσιμη πληροφορία είναι ότι υπάρχουν τέτοιοι σχηματισμοί σε πολλά άλλα σημεία επιβεβαιώνοντας την πληροφορία του κ. Δάννη. Εδώ δύο αεροφωτογραφίες από το google earth της παρόμοιας καριάκας στην Περαία, κοντά στο αεροδρόμιο, πληροφορία που μου έδωσε ο φίλος Βασίλης Χουλιάρας. Η επάνω είναι μεταξύ του αεροδρομίου και της Περαίας και η κάτω δίπλα στον διάδρομο 16/34. Επίσης στο facebook, σε ανάρτηση ο Κ. Καρπαδάκης αναφέρθηκε σε άλλους παρόμοιους σχηματισμούς στην ευρύτερη περιοχή του ανατολικού Θερμαϊκού. Στο google maps φαίνονται πιθανοί τέτοιοι σχηματισμοί σε αρκετές περιοχές – εδώ στην Μηχανιώνα (επάνω) και στη Ν. Ηράκλεια (κάτω). Από το 1997 οι σχετικές δημοσιεύσεις που έχω εντοπίσει δεν προσθέτουν κάτι καινούριο. Οι αρχαιολόγοι που κάνουν τις ανασκαφές στο στρατόπεδο Κόδρα (Μ. Τιβέριος, Ε. Μανακίδου, Δ. Τσιαφάκη) αναφέρονται στην ύπαρξη του σχηματισμού στις εργασίες τους, Οι επίσης αρχαιολόγοι Λ. Τόσκα, Β. Αλλαμανή, Χ. Μιχελάκη, Π. Φωτιάδης, σε δημοσίευση σχετικά με τον Κελλάριο όρμο (του Λ. Πύργου), αναφέρουν την ύπαρξη του σχηματισμού υιοθετώντας την άποψη ότι είναι φυσικό δημιούργημα, Ο Σ. Σερέφας στο Θεσσαλονικέων Πόλις 73 απορεί γιατί δεν έχει γίνει κάποια πιο αναλυτική εξέτασή του και αναφέρει το όνομα, «καριάκα», με το οποίο είναι γνωστό στους ανθρώπους της θάλασσας – ίσως η πρώτη αναφορά της λέξης σε δημοσίευση; Εν τω μεταξύ, σε ένα ταξιδάκι με τα καραβάκια προς Περαία, ενώ κοιτούσα το πιλοτήριο εντόπισα ότι έχουν μια συσκευή (βυθόμετρο; GPS;) που δείχνει με μεγάλη ακρίβεια τον βυθό και εκεί ήταν η καριάκα, μεγάλη, εντυπωσιακή, πολύ ακανόνιστη, καθόλου δεν είχε τις ευθείες γραμμές που βλέπουμε στην αποτύπωση και στην αεροφωτογραφία ή διαβάζουμε – περιμένω πώς και πώς να ξαναπάω στο καραβάκι για να δω την απεικόνιση και να βγάλω καμιά φωτογραφία … Ένα τέτοιο φαινόμενο –απροσδιόριστης προέλευσης, τεράστιων διαστάσεων, σχετικά άγνωστο, χωρίς κάποια κοντινή φωτογράφιση- είναι φυσικό να δίνει αφορμή για πολλαπλές ερμηνείες. Προκαλεί την φαντασία για συσχέτισή του με ιστορικά γεγονότα, πχ ήταν δημιούργημα των κατοίκων της Θέρμης πριν την ίδρυση της Θεσσαλονίκης; των ρωμαίων; των βυζαντινών; των Οθωμανών; των συμμάχων κατά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο; Το απόσπασμα που παραθέτω εδώ είναι κείμενο του Μ. Τιβέριου «Οι ιστορικοί χρόνοι στην περιοχή της Θεσσαλονίκης πριν από την ίδρυσή της» (1997) και διατυπώνει μια πιθανότητα ο σχηματισμός να είναι έργο του Ξέρξη! Να τονιστεί όμως ότι στην υποσημείωση 41 (που επισημαίνεται) ο Τιβέριος καταλήγει: «Ωστόσο, πιο πιθανό φαίνεται να πρόκειται για φυσικό δημιούργημα.»