Το καφενείο “Ο Γιαννακός”, το στέκι των Αρειανών
Ανέκαθεν η γειτονιά των Αρειανών φιλάθλων ήταν η Συνοικία της Αγίας Τριάδας . Το στέκι όμως όλων των φιλάθλων ήταν το καφενείο του Γιαννακού στη γωνία της οδού της Αγίας Τριάδος και Κων/πόλεως εκεί στην διαγώνια κατάληξη της οδού Αθηνών που μετονομάστηκε αργότερα σε Αλ. Παπαναστασίου . Στο ισόγειο ήταν το καφενείο όπου σύχναζαν οι μεγαλύτεροι σε ηλικία φίλαθλοι , όπου μεταξύ ενός καφέ , ούζου , τάβλι και ξερής συζητούσαν ώρες ατελείωτες από τα χαράματα μέχρι τα μεσάνυχτα και βάλε για την μεγάλη τους αγάπη τον Άρη . Οι φωνές τους ακούγονταν μέχρι έξω . Κέρδιζε ο Άρης την Κυριακή χαράς ευαγγέλια , έχανε , μαύρες πλερέζες παντού , το καφενείο πενθούσε . Στις ισοπαλίες καυγάδες ατελείωτοι , διαφωνίες για το πώς έπρεπε να παρατάξει ο προπονητής την ομάδα , πώς έπρεπε να παίξει ο τάδε παίχτης ώστε να κερδίσει η ομάδα . Φταίει ο διαιτητής που δεν σφύριξε το οφθαλμοφανές πέναλτι , φταίει ο προπονητής , φταίει ο ένας παίχτης , φταίει ο άλλος που δεν έβγαλε το πανεύκολο γκολ που μ´ αυτό θα κέρδιζε σίγουρα η ομάδα . Ζωντάνια , φωνές , διαφωνίες και περνούσε η μέρα και στο τέλος της , συμφιλίωση για το καλό της ομάδας . Το καφενείο ήταν τριώροφο . Το ισόγειο που περιέγραψα , ο πρώτος και το υπόγειο . Στο πρώτο όμως τα πράγματα ήταν διαφορετικά . Ήταν το άβατο για μας τους πιτσιρικάδες . Εκεί ιερουργούσαν μόνο μεγάλοι κι από αυτούς μόνο λίγοι και εκλεκτοί αυτοί που πίστευαν στη θεά τύχη , στη θεά των τυχερών επιτραπέζιων παιγνίων . Στρόγγυλα και τετράγωνα τραπέζια με πράσινη χοντρή τσόχα , μονές , διπλές τράπουλες και παιχνίδι 24ωρο . Φάτσες σοβαρές αμίλητες , παίχτες σοβαροί , αφοσιωμένοι στα χαρτιά που κρατούσαν στα χέρια τους , ρίχναν που και που καμιά κλεφτή μάτια γύρω όπου συνυπήρχαν πολλοί όρθιοι που απλώς έβλεπαν τις Ομηρικές μάχες που διεξάγονταν καθημερινά στην ξερή , στην πόκα , στο πόκερ και σ´ άλλα ευγενή αθλήματα . Πού και πού κανένας καυγάς που γρήγορα γρήγορα τον σταματούσαν , το παιχνίδι ήταν το παν . Ακούγονταν ότι στο πατάρι του Γιαννακού παίχτηκαν περιουσίες ολόκληρες . Αλλά εγώ δεν τα πίστευα αυτά , ήταν απλώς οι κακές γλώσσες που ήθελαν να αμαυρώνουν το αθλητικό ιδεώδες και τον αγαπημένο όλων των μεγάλο Άρη τον κίτρινο Θεό με τα 3 πανελλήνια πρωταθλήματα στο ποδόσφαιρο , τρία πανελλήνια στο γουώτερ πόλο και πάμπολλα στο μπάσκετ . Για μας τους πιτσιρικάδες της εποχής εκείνης υπήρχε το υπόγειο ο Τάφος . Η είσοδος στο πεζοδρόμιο της Κωνσταντινουπόλεως αριστερά . Μια βαρειά λαμαρινοκατασκευή σκέπαζε τις σκάλες . Όταν ο Τάφος ήταν ανοιχτός ήταν σηκωμένη και σκαλωμένη στον τοίχο . Ήταν το σήμα ότι μπορούσαμε να κατέβουμε τα μεταλλικά σκαλιά και να μπούμε στον παράδεισό μας . Φυσικά ήταν μόνο για ενήλικους άνω των 17 ετών . Αλλά ποιός θα κοίταζε ηλικίες σ ´ αυτούς που έμπαιναν πάνω στον ενθουσιασμό μιας νίκης , όταν οι πάντες υμνούσαν το μεγαλείο του θεού Άρη . Εκεί γαλουχήθηκαν γενεές γενεών Αρειανών φιλάθλων και εντρύφησαν σε άλλα ευγενή αθλήματα . Τα ποδοσφαιράκια , τα μπιλιάρδα , τα ηλεκτρονικά παιχνίδια που τότε άρχισαν να εμφανίζονται δειλά δειλά και σε μιά γωνιά οι λίγο μεγαλύτεροι , όπου υπήρχαν μερικά τραπεζάκια , στην ξερή , στο πινάκλ και στον μουτζούρη , για το ποιος θα κεράσει την γκαζόζα . Την μουσική μας εκπαίδευση – διασκέδαση αναλάμβαναν οι μεγάλοι σταρ της εποχής ο βασιλιάς Έλβις , οι Μπήτλς , ο Αντριάνο Τσελεντάνο , ο Ντομένικο Μοντούνιο και φυσικά οι Ολύμπιανς στο Τσούκ μπόξ που σε μια γωνιά με τον ενισχυτή του στο τέρμα μας έκανε παίζοντας ποδοσφαιράκι να χορεύουμε στους ρυθμούς του . Και ποιοί δεν πέρασαν από τον Τάφο , που αργότερα έγιναν αξιοσέβαστοι οικογενειάρχες και νομοταγείς πολίτες . Το λέω αυτό γιατί το να πήγαινε κανείς τότε στο υπόγειο αυτό Λούνα Παρκ ήταν μέγα έγκλημα για τους γονείς και τους καθηγητές μας . Έπεσαν αποβολές από το γυμνάσιο γι αυτό όταν μαθαινόταν ότι σύχναζες εκεί και άγριες καταστάσεις και καυγάδες στο σπίτι για τον ίδιο λόγο . Το υπόγειο ο Τάφος δηλαδή , ήταν το νηπιαγωγείο και το Δημοτικό , το ισόγειο το Γυμνάσιο και το Λύκειο και ο πρώτος όροφος το πανεπιστήμιο με τα μεταπτυχιακά . Αργότερα ο πρώτος όροφος στέγασε για χρόνια τους Ιερολοχίτες τον σύλλογο φιλάθλων του Άρη . Το ισόγειο έγινε ζαχαροπλαστείο , ντελικατέσεν αλλαντικών κι άλλα παρεμφερή καταστήματα . Ο Τάφος το υπόγειο έκλεισε κι από ό,τι θυμάμαι δεν ξανάνοιξε , μια και το λαμαρινένιο σκέπαστρο στο πεζοδρόμιο που κάλυπτε την σιδερένια σκάλα δεν υπάρχει . Στις δόξες του μπροστά από το καφενείο του Γιαννακού δεν τολμούσαν να περάσουν οργανωμένα φίλαθλοι άλλων ομάδων . Αν το τολμούσαν διαλυόταν πάραυτα . Αρκούσε ένα σύνθημα και όλο το τριώροφο καφενείο σηκωνόταν στο πόδι κι έβγαινε έξω . Άρχιζε ο καυγάς και μερικοί θερμόαιμοι νεαροί φίλαθλοι έριχναν και καμιά ψιλή . Θυμάμαι μια Κυριακή ο Άρης είχε χάσει από τον Ολυμπιακό στο Χαριλάου . Όλος ο Γιαννακός στην κατάθλιψη , αν είναι δυνατόν ο Ολυμπιακός να κερδίσει τον Άρη , που συνήθως εκείνη την εποχή ήταν χαμένος από τα Τέμπη . Τότε ο Άρης διέθετε μια πολύ αξιόλογη ομάδα με παιδιά της γειτονιάς , παθιασμένους Αρειανούς που δύσκολα έχαναν στο Χαριλάου . Και πάνω στις μαύρες μας , ακούστηκαν ιαχές εν χορώ από έξω , Ολυμπιακός , Ολυμπιακός . Ήταν καμιά εκατοστή φίλαθλοι του Ολυμπιακού που περπάτησαν από το Χαριλάου όλη την Παπαναστασίου θριαμβολογώντας . Δόθηκε το σύνθημα όλος ο Γιαννακός έξω , ο Τάφος μπροστάρης έγινε ένας καυγάς μια φασαρία και οι Ολυμπιακοί πήραν το μάθημά τους , διαλύθηκαν πάραυτα . Φυσικά υπήρξαν και μερικές απώλειες , ποιος τις κοιτούσε όμως για το μεγαλείο του Άρη χαλάλι . Ήταν η μοναδική φορά που κι εγώ από την φύση μου ήσυχος άνθρωπος εξαγριώθηκα και από το μαρμάρινο πεζούλι του καφενείου που ανέβηκα για να βλέπω καλύτερα εκτοξεύθηκα προς την Παπαναστασίου και με όση δύναμη είχα έριξα την μοναδική γροθιά στη ζωή μου με το δεξί μου χέρι , όταν είδα κάποιον να κρατάει τον αδερφό μου χαμηλά κάτω κι αυτός σφάδαζες από τον πόνο . Τον απελευθέρωσα άμεσα κι ο ´´εχθρός ´´ έπεσε κάτω στην άσφαλτο, στου Ξενοφώντα του εφημεριδοπώλη που στεκόταν εκεί δίπλα στον πάγκο του . Το χέρι μου μετά την γροθιά όσο ήταν ζεστό ακόμη δεν με ενοχλούσε , δεν βαριέσαι είπα θα περάσει . Όμως η ώρα περνούσε κι αυτό άρχισε να πονάει όλο και περισσότερο κι άρχιζε και να πρήζεται . Τόκρυψα από την μάνα μου γιατί φοβόμουν την αντίδρασή της . Πόσο όμως , ο πόνος άρχισε να γίνεται αφόρητος .Ευτυχής εγώ και θριαμβευτής πήρα και το μπράβο Το άλλο πρωί η γιαγιά μου που ζούσε τότε μαζί μας στη Σπάρτης το είδε και απεφάνθη . Δεν είναι τίποτε θα ξεπρησθει . Με πασάλειψα με κάτι μαντζούνια και βότανα και το έσφιξε δυνατά με μια μαντήλα . Σε δυο μέρες θα είσαι περδίκι μου είπε . Εγώ με το ζόρι κρατιόμουν από τους πόνους , δεν μπορούσα να γράψω τα μαθήματά μου , αλλά που να τολμήσω να μιλήσω . Έφταιγα κι έπρεπε να πληρώσω , είχα και το δούλεμα του αδερφού μου Ψοφίμι μια μπουνιά έριξες και βγήκες εσύ νοκ άουτ . Τα πράγματα χειροτέρευαν , οι πόνοι φρικτοί , εδέησε η μάνα μου να με πάει στο ΙΚΑ στην Σερρών απέναντι από το Θεαγένειο κι ο γιατρός εξοργισμένος πέταξε τα μαντζούνια της γιαγιάς , έβγαλε ακτινογραφία . Κάταγμα κανονικότατο στο μικρό δάκτυλο του δεξιού χεριού . Γύψος στο χέρι κρεμασμένο με επίδεσμο από τον λαιμό και μετά 40 μέρες τα λέμε . Πράγματι σε 40 μέρες βγήκε ο γύψος αλλά το μικρό δακτυλάκι τεντωμένο σαν σε αγκύλωση δεν έλεγε να κλείσει . Πέρασε ένας χρόνος για να επανέλθει , αφού εν τω μεταξύ έπαιζα μέρα νύχτα με ένα μικρό μπαλάκι από λευκοπλάστ που μου κατασκεύασε ο γιατρός για να το επαναφέρω . Ηθικόν δίδαγμα , να αγαπάς μια ομάδα αλλά μακριά από καυγάδες , το διαπίστωσα δυστυχώς με τον οδυνηρότερο τρόπο …
Γιώργος Κωτσίδης