Ο Καραγκιόζης στην αυλή μας
Στην εποχή μας ο Καραγκιόζης ήταν ένα από τα προσφιλή θεάματα . Στις γειτονιές και στο κέντρο υπήρχαν μόνιμα στέκια , όπου επαγγελματίες έπαιζαν Καραγκιόζη. Θυμάμαι ένα διώροφο κτίριο απέναντι από το Ιπποκράτειο νοσοκομείο σε μια ταράτσα που υπάρχει ακόμη και ένα στη Βασιλέως Γεωργίου απέναντι από το ξύλινο κτίσμα των Προσκόπων . Πηγαίναμε κανονικά σ΄ αυτά πληρώνοντας εισιτήριο. Όμως και αυτό το ελάχιστο εισιτήριο δεν μπορούσαμε να το εξασφαλίσουμε. Έτσι στις γειτονιές άρχισαν να ξεφυτρώνουν παρέες παρέες που έπαιζαν Καραγκιόζη ερασιτεχνικά . Έδιναν δικές τους κανονικές παραστάσεις Καραγκιόζη στις αυλές που υπήρχαν άφθονες τότε , με εισιτήριο κανονικά. Η δική μου η παρέα της Σπάρτης και της Αγίας Τριάδας είχε πολύ καλούς πιτσιρικάδες που ήταν ταλαντούχοι καραγκιοζοπαίκτες . Έκαναν υπέροχα όλες τις φωνές του Καραγκιόζη , του Μπαρμπαγιώργου του Νιόνιου , της Αγλαΐας Καραγκιοζοπούλου της γυναίκας του Καραγκιόζη , και όλης της οικογένειας του Καραγκιόζη με τα πολλά Κολλητήρια , της Βεζυροπούλας , του Πασά , του Βεληγκέκα κι όλης οικογένειας του Καραγκιόζικου θιάσου Σκιών . Έτσι όταν είχαμε κέφια τα ζεστά Αυγουστιάτικα καλοκαίρια όπως καλή ώρα τώρα , στην Σπάρτης και ιδιαίτερα στη δική μας πίσω αυλή που θαρρείς κι ήταν φτιαγμένη για παραστάσεις Καραγκιόζη, μόλις σουρούπωνε στήναμε το σκηνικό . Στο διώροφο νεοκλασικό με πολλά στοιχεία ανατολίτικα και εκλεκιστικά που μέναμε , στο πίσω μέρος του ανώγειου ορόφου λόγω και μιας μικρής κλίσης σχημάτιζε ένα μεγάλο μπαλκόνι 2 Χ 2 μέτρα και για να κατέβει κανείς στην χωμάτινη αυλή έπρεπε να κατέβει από εκεί σε καμιά δεκαριά σκαλιά . Εκεί η διαμόρφωση αυτή του χώρου σχημάτιζε ένα υπέροχο μίνι θεατράκι που χωρούσε άνετα καμιά 20 ρια πιτσιρίκια . Μετά τα σκαλοπάτια αφήναμε ένα κενό ένα με δύο μέτρα περίπου και στήναμε το σεντόνι . Το σεντόνι ήταν κάτι δυσεύρετο για την εποχή μας . Έπρεπε να μας το δανείσει η μητέρα μας ξεστρώνοντας ένα κρεββάτι πράγμα δύσκολο γιατί κανείς δεν ήξερε πως θα το επιστρέφαμε μετά τη χρήση με βρώμικα χέρια από το γύρω χώμα της αυλής τα κολλημένα κεριά , τις χρησιμοποιημένες από το Πάσχα λαμπάδες και τα σπαρματσέτα και γινόταν ολόκληρη συζήτηση και δινόταν πολλές υποσχέσεις και όρκοι ότι θα επέστρεφε όπως ακριβώς παρελήφθη. Η αλήθεια είναι ότι οι οικογένειες τότε δεν είχαν την μεγάλη άνεση των πολλών ρούχων και κλινοσκεπασμάτων γι αυτό και το μεγάλο πρόβλημα . Από τη μια μεριά ήτανε το σπίτι που καρφώναμε επάνω του το σεντόνι και από την άλλη ένα καδρόνι κάθετο που το στηρίζαμε με 2-3 σκοινιά σαν αντηρίδες κάτω στο σκληρό χώμα. Καραγκιόζηδες από χαρτόνι φτιάχναμε μόνοι μας . Αγοράζαμε χοντρό χαρτόνι και με το ψαλίδι στην έτοιμη στάμπα ζωγραφισμένη από μικρούς ταλαντούχους ζωγράφους της παρέας ξεκινούσαμε τη δουλειά . Αργότερα τα περίπτερα και τα ψιλικατζίδικα έφεραν έτοιμες έγχρωμες στάμπες και αφού τις κολλούσαμε με αλευρόκολλα στο χοντρό χαρτόνι , με το ψαλιδάκι τσικι – τσίκι τους κόβαμε πανέμορφους καλοσχηματισμένους έτοιμους για την παράσταση . Ο κυρ Βαγγέλης στη γωνία Αγίας Τριάδος και Βελισαρίου πάντα έφερνε τους καλύτερους πανέμορφους έτοιμους Καραγκιόζηδες που με ρεφενέ τους αγοράζαμε και πέφταμε με τα μούτρα μετά στη δουλειά να τους ετοιμάσουμε για τη βραδινή παράσταση . Με αλευρόκολλα ξεκινούσαμε , που τοποθετούσαμε επάνω στο χαρτόνι και με το ψαλιδάκι ανοίγαμε και τις τρυπούλες που ενδιάμεσα χρειαζόταν για να φαίνεται ποιο ζωντανή η μορφή της φιγούρας. Από την πίσω μεριά της φιγούρας καρφώναμε ένα ξύλο οδηγό μακρόστενο καμιά τριανταριά εκ. και ο Καραγκιόζης ήταν έτοιμος . Οι βασικές φιγούρες ήταν ο Καραγκιόζης , η Αγλαΐα η γυναίκα του και τα δυο τρια Κολλητήρια τους , ο Μπαρμπαγιώργος ,ο Νιόνιος , ο Βεληγκέκας , ο Πασάς και ανάλογα με το έργο , η βασιλοπούλα , Μεγαλέξανδρος και τα λοιπά πρόσωπα πρωταγωνιστές . Επειδή ηλεκτρικές λάμπες ήταν αδύνατο να μπορέσουμε να τοποθετήσουμε , είχαμε για φωτισμό σπαρματσέτα , παλιές χρησιμοποιημένες λαμπάδες του Πάσχα και κεριά . Με το πολύ σκοτάδι που υπήρχε τότε στην πίσω αυλή , δεν χρειαζόμασταν παρά ελάχιστο φωτισμό και τα κεριά κι λαμπάδες κάνανε θαυμάσια τη δουλειά μας . Το σπουδαιότερο βέβαια μετά ήταν η εξεύρεση θεατών. Έτσι από νωρίς το απόγευμα βγαίναμε στους δρόμους της γειτονιάς τελάληδες. Φωνάζαμε με όση δυνατή φωνή μπορούσαμε ότι – Στου Γιώργου του Κωτσίδη το σπίτι θα έχουμε σήμερα παράσταση Καραγκιόζη… Παράσταση κανονική με εισιτήριο , με τελάληδες κι όλα γενικά δηλαδή. Τότε το είδος συνηθιζόταν βγαίνανε στους δρόμους τελάληδες και κάνανε κανονική διαφήμιση με φωνή. Κι εμείς φυσικά οι πιτσιρικάδες ακολουθούσαμε την συνήθη πρακτική. – Σήμερα θα παρακολουθήσετε το έργο ο Καραγκιόζης και το καταραμένο φίδι … – Τρέξατε τρέξατε … Ο Καραγκιόζης πάντα ο πρωταγωνιστής και μετά ότι άλλο ήθελες , επαγγέλματα , κατορθώματα , ήρωες κλπ κλπ κλπ . Η γειτονιά ενημερωνόταν κανονικά με πολύ μεγάλη άνεση. Οι γειτονιές ήταν ήσυχες , δεν υπήρχαν αυτοκίνητα ούτε μηχανάκια … Το πολύ πολύ να περνούσε κανένα κάρο με μία ρόδα με γάιδαρο και τον παραγωγό από την σημερινή Πυλαία να φωνάζει … – Καπτσιδιανές οι μελιτζάνες … Ο παγοπώλης ο κυρ Σταύρος να φωνάζει κι αυτός … – Πάρτε ένα τέταρτο πάγο γα δροσιά … Διαλαλούσαμε κι εμείς επίσης και το κόστος του εισιτηρίου που ήταν μερικές δεκάρες η το πολύ μισή δραχμή δεν καλοθυμάμαι . Θυμάμαι όμως ότι τότε μερικά παιδιά έφερναν και κανένα φρέσκο αυγό αντί για δραχμές μια και η γειτονία στις πίσω αυλές είχε και κοτέτσια και τα αυγά γινόταν ευχαρίστως δεκτά . Αν η μαμά δεν έδινε μισή δραχμή . τότε ο πιτσιρικάς έμπαινε κρυφά στο κοτέτσι και έπαιρνε και κανένα αυγό ζεστό ζεστό όπως ήταν και που μόλις είχε γεννήσει η κότα και την έδιωχνε με βία ώστε να της το πάρει , όσο κι αν αυτή διαμαρτυρόταν εντονόοτατα με κακαρίσματα . Ή παράσταση άρχιζε μόλις βράδιαζε γύρω στις εννιά . Αυτή την ώρα σιγά-σιγά έφταναν οι κι θεατές τα πιτσιρίκια από της γειτονιά μας επίσης και από τις γύρω γειτονιές. Ήξεραν ότι στη γειτονιά μας είχαμε έναν από τους καλύτερους καραγκιοζοπαίκτες . Ήταν ο πρώτος μου ξάδερφος ο Γιώργος , ο διάσημος με το παρατσούκλι Σόλων . Ο Σόλων πήγαινε και στο Ωδείο του Ανθομελίδη ψηλά στο Ιπποκράτειο Νοσοκομείο , το Χιρς τότε και ήξερε μουσική , έπαιζε κι ακορντεόν . Έριχνε και κανένα τραγούδι και κανένα καλαματιανό χορό , όπως διαλαλούσε τότε ο μέγας Καραγκιόζης στο ξεκίνημα της παράστασης . Όλα αυτά ήταν γνωστά στη γειτονιά κι η πελατεία ήταν εξασφαλισμένη . Γι’ αυτό όλοι έτρεχαν να τον ακούσουν . Είχε μια απίστευτη ικανότητα να μιμείται όλους τους ήρωες του Καραγκιόζη. Εμείς είμαστε οι βοηθοί του δεν μπορούσα με τίποτα να τον πιάσουμε , το πολύ πολύ να μας έβαζε να κάνουμε το κολλητήρι που ήταν εύκολο για μας με τις τσιριχτές παιδικές φωνές μας . Όταν οι θεατές είχαν καλύψει τις πίσω σκάλες της κουζίνας συνήθως καμιά εικοσαριά παιδάκια δηλαδή αρχίζει η παράσταση . Τραγουδούσαμε όλοι μαζί στην έναρξη , είχαμε και ταμπούρλα και γενικά προσπαθούσαμε να μιμηθούμε τους μεγάλους διάσημους καραγκιοζοπαίκτες μας με τις δικές μας φωνές . Δύσκολο βέβαια αλλά το παλέβαμε . Μεγάλες επιτυχίες μας ήταν ο Καραγκιόζης γιατρός , ο Καραγκιόζης Μεγαλέξανδρος , ο Καραγκιόζης και το καταραμένο φίδι . Γινόταν χαμός κάθε βράδυ στη δροσιά της πίσω αυλής , κάτω από τα κλωνάρια τα γεμάτα μαυροπούλια που τα ακούγαμε να γουργουρίζουν πάνω από τα κεφάλια μας , του πανύψηλου πεύκου με χοντρό κορμό που δύσκολα μπορούσαν δυο άντρες μαζί να το αγκαλιάσουν . Η πιτσιρικαρία ενθουσιαζόταν κάθε τόσο με τα κόλπα του Γιώργου του ξαδέρφου και προσπαθούσε κι αυτή να μάθει να τα μάθει , για να οργανώσουν κι αυτοί τη δική τους παράσταση Καραγκιόζη στην διπλανή γειτονιά. Ήταν κανόνας όταν παιζότανε στη διπλανή γειτονιά Καραγκιόζης θα έπρεπε οπωσδήποτε να πάμε κι εμείς. Υπήρχε ενός είδους ανταγωνισμούς , θα έλεγα ότι εκεί σ΄ αυτές τις παραστάσεις έβγαιναν τα νέα ταλέντα. Ήταν τόσες λίγες οι διασκεδάσεις μας , ώστε ο Καραγκιόζης ήτανε μεγάλο γεγονός στην παρέα . Είχαμε πάθος και πολλές φορές το παρατραβούσαμε στο χρόνο και παίζαμε μέχρις αργά και 1 και 2 μετά τα μεσάνυχτα με τους γονείς των παιδιών να άρχιζουν να ανησυχούν κι ερχόταν στην αυλή πίσω να δουν τι γίνεται . Με κλάματα και οδυρμούς μαζεύανε τα πιτσιρίκια τους πελάτες μας , που δεν χόρταιναν και μετά τα μεσάνυχτα ήταν ακόμη έξω . Τότε όμως τα πράγματα ήταν ήσυχα δεν είχαν αγριέψει ακόμη . Τα θυμάμαι όλα αυτά με νοσταλγία , ήταν ένα απίστευτο θέαμα. Δεν μπορούσα να φανταστώ σήμερα ότι θα μπορούσε να γίνει κάτι τέτοιο. Ο Καραγκιόζης σχεδόν εξαφανίστηκε, οι ελάχιστοι πια καραγκιοζοπαίκτες που υπάρχουν είναι κάτι σαν παραδοσιακό θέαμα οργανωμένο από συλλόγους , από δήμους και κοινότητες από επαγγελματίες του είδους που θέλουν να κρατήσουν την παράδοση . Οι πιτσιρικάδες έπαιρναν τα πρώτα μαθήματα στον Καραγκιόζη της τέχνης της υποκριτικής. Ο Καραγκιόζης ήταν ο κατατρεγμένος αυτός που πάντα τα κατάφερε να ξεγελά τους άρχοντες της εποχής , Βεζύρη , τον Βεληγκέκα . Θυμάμαι με νοσταλγία την πανέμορφη αγαπημένη Βεζυροπούλα κόρη του , που ήταν πάντα ερωτευμένη και παρίστανε την άρρωστη για να συναντήσει τον καλό της . Ο Μεγαλέξανδρος μια ιδιαίτερη ηρωική μορφή , που σκότωνε πάντα το καταραμένο φίδι που κατατρομοκρατούσε τους αγαθούς κατοίκους της περιοχής . Ο Νιόνιος ο Σιόρ Διονύσιος από τα Επτάνησα , ο ατρόμητος βλάχος ο Μπαρμπαγιώργος με την βλάχικη προφορά του – ‘’ Ωρε , ωρέ , έλα εδώ κακομοίρη μου ‘’ . Ο Καραγκιόζης ο κλασσικός Έλληνας που επιβίωνε πάντα με την εξυπνάδα του και την πονηριά του , που τους πουλούσε και τους αγόρασε όλους. Ο Χατζηαβάτης , ο μέγας γλείφτης των πάντων , που ο Καραγκιόζης τον έκανε ότι ήθελε , όσο κι αν προσπαθούσε με τις γαλιφιές του να τον τουμπάρει . Απίστευτοι χαρακτήρες που γαλούχησαν γενεές γενεών . Οι εποχές αλλάξανε , δύσκολο να ξανά συμβούν τέτοια πράγματα . Που και πως να γίνουν τέτοιες παραστάσεις . Σε μας τους μεγαλύτερους έμεινε βαθιά μεσ ΄ το μυαλό μας έμεινε η βραχνή φωνή του ξαδέρφου του Γιώργου του Σόλωνα του καραγκιοζοπαίχτη να τραγουδάει – Ρώπο , ρώπο , ρώπο , πωωω … – Ρώπο , ρώπο , ρώπο , πωωω …… και να χορεύει και κανένα καλαματιανό , κανένα τσάμικο και να χοροπηδάει με προσοχή δίπλα στο σεντόνι μη το λερώσει , που φωτίζονταν με τον ισχνό φωτισμό των λίγων κεριών ….
Γιώργος Κωτσίδης