Στην οδό Σπάρτης από τον Γιώργο Κωτσίδη. Αποχαιρετιστήριο
Γιώργο Κωτσίδη, σε αποχαιρετούμε με το τελευταίο κείμενό σου για την αγαπημένη σου πόλη
Η ΟΔΟΣ ΣΠΑΡΤΗΣ
Από τη Σπάρτης που ήταν η πρώτη παράλληλος της Βας. Γεωργίου περνούςε κάθε μέρα κόσμος και κοσμάκης κυρίως πεζοί πηγαίνοντας στην αγορά .
Αγορά λέγαμε τότε το κέντρο της πόλης όπου ήταν φυσικά και η αγορά .
Τα μαγαζιά ήταν λιγοστά μέσα στη συνοικία που ήταν χτισμένη με δύοροφα σπίτια με αυλές , που χώρος για μαγαζιά .
Οι πολυκατοικίες αργότερα είχαν τον ακριβότερο όροφό τους το ισόγειο .
Πολλές αντιπαροχές έδιναν στους ιδιοκτήτες όλους τους ορόφους εκτός από τα μαγαζιά.
Γιατί δεν έπαιρναν το τραμ η το λεωφορείο .
Γιατί υπολογίζανε πολύ τα τραμβαγιάτικα που ήταν σημαντικό μέρος του μεροκάματου .
Και σε μένα ακόμη φαίνεται περίεργο που τα έζησα κι όμως αυτό συνέβαινε .
Ιδιαίτερα η συνοικία της Αγίας Τριάδας ήταν κοντά στην Αγορά κι ήταν προνομιούχος μια και για δυό στάσεις κανείς δεν ήταν διατεθημένος να πληρώσει εισητήριο.
Έτσι πρωί πρωί και επίσης απόγευμα είχαμε κόσμο να περπατά και να επέστρεφουν βαρυφορτωμένοι κουβαλώντας και ψώνια μέσα στα δίχτυα της εποχής .
Θάπρεπε να τονίσω ότι τα αυτοκίνητα ήταν ελάχιστα , σ όλη τη Σπάρτης ένα δρόμο κοντά στο χιλιόμετρο , ζήτημα αν υπήρχαν 1 βία 2 αυτοκίνητα .
Έτσι κάθε μέρα έβλεπες σοβαρούς εργαζόμενους βιαστικούς , κουρασμένους εργάτες μεροκαματιάριδες , τεχνίτες με την τσάντα των εργαλείων τους , μαθητές που πήγαιναν στα σχολιά τους και στο κοντινό Λυσαί στην Ευζώνων όπου μάθαιναν Γαλλικά .
Τα Αγγλικά ήταν ακόμη νεόφερτα .
Οι περισσότεροι προτιμούσαν τα Γαλλικά στο πολύ καλά οργανωμένο ίδρυμα της Γαλλικής Αποστολής .
Το Γαλλικά και πιάνο έλκυε ακόμη , αλλά χωρίς το δεύτερο στους περισσότερους .
Τα Αγγλικά εισέβαλλαν ορμητικά τότε με μικρά φροντιστήρια στις γειτονιές .
Ως κι εγώ κατάφερα να πείσω την μητέρα μου να με στείλει στα Αγγλικά στο Ελληνο-Αμερικανικό Επιμορφωτικό Ινστιτούτο στη διαγώνιο .
Η χαρά μου κράτησε 2-3 μήνες γιατί ο προϋπολογισμός της χήρας μάνας μου δεν άντεχε , ιδίως όταν πήγα στο Μόλχο που πουλούσε μόνο αυτός ξενόγλωσσα βιβλία και ζήτησα να αγοράσω το πρώτο πολύχρωμο εντυπωσιακό βιβλίο Let’s Lern English 1 έπαθα σοκ με την τιμή κι εγκατέλειψα οριστικά το όνειρο .
Οι πωλητές φρέσκων προϊόντων επίσης ήταν οι καθημερινοί μας περιπατητές , μανάβηδες , ψαράδες , παγοπώλες , γαλατάδες , γιαουρτάδες με τα κάρα τους η ακόμη και χωρίς αυτά .
Άλλοι με μόνο με τα γαϊδουράκια τους , τα άλογα η ακόμη και τα μουλάρια τους περνούσαν και διαλαλούσαν το εμπόρευμά τους .
Ο μανάβης διαλαλούσε με πάθος ,
⁃ Καπτσιδιανές οι μελιτζάνες …
με το κατάφορτο από φρέσκα λαχανικά και ζαρζαβατικά ερηπωμένο καροτσάκι του με τις δυό ρόδες και τον γαϊδαράκο που το έσερνε στα πρόθυρα της κατάρρευσης .
Ο γιαουρτάς με ολόφρεσκο γιαούρτι περπατώντας με μια χοντρή βέργα στην πλάτη 2 μέτρα περίπου και στην κατάληξη δεξιά κι αριστερά από ένα σκοινί που μετά 1,5 μέτρο κατέληγε σε δυό μεγάλα κιούπια από κεραμικό .
Είχε ένα εκπληκτικό εργαλείο φτιαράκι που έπαιρνε με μαεστρία με κάθε του κουταλιά τον αφρό του γιαουρτιού .
Τοποθετώντας το στο κεραμικό κιούπι που του πρότεινε ο πελάτης .
Ο ψαράς με τα φρέσκα ψάρια ήταν καθημερινοί επισκέπτες της γειτονιάς .
Αγοράζοντας στη χοντρική από τα χαράματα ψάρια από την κοντινή Σαλαμίνα στη Μπότσαρη ξεκινούσε με τα πόδια και γύριζε όλες τις γειτονιές για να τα πουλήσει γρήγορα γρήγορα μια κι ο λιγοστός πάγος μέσα σε τσουβάλι δεν θα άντεχε πολύ και μετά τα ψάρια του θα ήταν
Για πέταμα .
Μια τεράστια στρόγγυλη τάβλα ξύλινη στο κεφάλι κι ένα στρόγγυλο μαξιλαράκι από κάτω όπου ήταν τα ψάρια απλωμένα με πάγο ενδιάμεσα και μ´ ένα βρεγμένο τσουβάλι από πάνω μη κι ο δυνατός ήλιος του καλοκαιριού λιώσει τον πάγο .
Μη θαρρεί κανείς ότι είχε τίποτε σπουδαία ψάρια πολυτελείας κουβαλούσε .
Συνήθως φτηνές σαρδέλες καμιά γόπα κανένα σαβρίδι άντε και καμιά σουπιά .
Τα μεγάλα ακριβά ψάρια τα εύρισκες κανείς στην αγορά Μοδιάνο η στο καπάνι .
Μπορούσε ακόμη και στην ιχθυόσκαλα που ήταν τέσσερις στάσεις μακρυά μας από πάλι πλανόδιους ψαράδες που αφού αγόραζαν τα ψάρια μέσα από την δημοπρασία τα πουλούσαν έξω από αυτή φυσικά με το ανάλογο κέρδος .
Ίσως εδώ θα πρέπει να τονίσω ότι λαϊκές αγορές δεν υπήρχαν τότε και τα μαγαζιά στις συνοικίες ελάχιστα .
Επίσης άλλοι επαγγελματίες ο παπλωματάς με το εργαλείο του ένα λυγισμένο ξυπόλυτα με χορδή σαν τόξο που αφού στρώνονταν την αυλή άνοιγε το πάπλωμα και τίναζε το τσαλαπατημένο περιεχόμενο βαμβάκι η μαλί η πούπουλο και το φρεσκάριζε .
Ο Γανωτής που μάζευε τα χάλκινα σκεύη κατσαρόλες τηγάνια κούπες μπρίκια καφέ κλπ και τα έπαιρνε μαζί του . Την άλλη μέρα τα έφερνε τσίλικα και απαστράπτοντα από το γάνωνα για υγεία .
Ακόμα ατσάλινες κατσαρόλες δεν είχαν εμφανιστεί , άντε μερικές τσίγκινες η μεταλλικές με επικαπλυψη ……
Ο ακονιστής τροχός , με μια ρόδα ποδηλάτου στην πλάτη προσαρμοσμένη σε ένα ελαφρύ τετράποδο Μάραφέρι με τον τροχό ακονίσματος προσαρμοσμένο έτσι ώστε με το ποδοκίνητο μηχάνημα αποκτούσε τεράστια ταχυπτητα ώστε να ακονίζει αξιοπρεπώς τα μαχαίρια τα κι ότι άλλο κοφτερό εργαλείο .
Κι άλλα πολλά επαγγέλματα του δρόμου υπήρξαν που ξεχάστηκαν η τα εξαφάνισε η τεχνολογία .
Οι παλιατζήδες που περπατούσαν ολομόναχοι με ένα διπλωμένο τσουβάλι στον όμως και με το άλλο χέρι συνήθως έπαιζαν το μπεγλέρι τους .
Συνήθως ήταν περιπεργοι τύποι με ύφος μεγαλέμπορου που αγόραζαν οτιδήποτε είχε αξία και που χωρούσε στο τσουβάλι τους . Ρούχα παλιά παντελόνια σακάκια φουστάνια που μετά από σκληρό παζάρι τα αγόραζαν και το τοποθετούσαν στο τσουβάλι της πλάτης τους .
Αργότερα ήρθαν τα κάρα με τα γαϊδουράκια η τα άλογα και σήμερα ο τέλειος εκσυγχρονισμός με τα φορτηγάκια τους που δεν αγοράζουν πλέον , αλλά όπως διαλαλούν με τα μεγάφωνα τους και μας ξεκουφαίνουνε με τις αγριοφωνάρες τους ότι τάχα καθαρίζουν αυλές υπόγεια δωρεάν αλλά σε αντάλλαγμα παίρνουν ότι βρουν . Σπανίως πλέον ακόμη και επι πληρωμή αλλά αν είναι κάτι καινούριο μεγάλης αξίας .
Τέλος δεν ήταν μόνο οι επαγγελματίες που βολτάρανε στη Σπάρτης .
Ήταν οι γνωστοί τύποι με τα φτερά και τα πούπουλα , που ήταν τότε της μόδας .
Η Σαλώμη , η Σιμονέττα κι άλλες υψηλοτάτου κύρους και ενδιαφέροντος αγνώστου φύλλου που μας διασκέδαζαν παιδιά με τις χαριτωμένες κινήσεις τους που ήταν χάρμα ιδέσθε .
Φυσικά κι πιτσιρικαρία δεν άφηνε να πάει χαμένη την ευκαιρία τους έπαιρνε στο κατόπι διασκεδάζοντας μαζί τους αλληλοκοροιδευόμενοι .
Ήταν απόλαυση , τους θυμάμαι ακόμη με νοσταλγία για τις πλάκες που τους κάναμε κι αυτοί ανταποκρίνονταν με μεγάλη προθυμία .
Αξέχαστα χρόνια παιδικά .
Να μη ξεχάσω τις ποτιστήρια του Δήμου που τα καυτά καλοκαίρια της Σαλονίκης περνούσαν τα μεσημέρια τους χωματόδρομους δρόσισαν τους ιδρωμένους πολίτες .
Και τέλος τα σκουπιδιάρικα στην
αρχή κάρα με τεράστιες ρόδες και πανύψηλα Ουγγαρέζικα άλογα που ξεκινούσαν κάπου κοντά στο Παπαφειο σε κάτι αποθήκες γκαράζ που ακόμη υπάρχουν .
Αργότερα ήρθαν τα ανατρεπόμενα ανοιχτά φορτηγά όπου επάνω όρθιος στην καρότσα ο σκουπιδιάρης πατώντας επάνω στα σκουπίδια περίμενε τους κατοίκους να του δώσουν τον γκάζοτενεκέ να τον αδειάσει .
Μετά δεν περίμενε πολύ , τον πέταγε μακρυά προς το σπίτι που χτυπώντας κάτω έκανε εκκωφαντικό θόρυβο σαν σινιάλο για τους υπόλοιπους νοικοκυραίους ότι ετοιμαστείτε περνάει το σκουπιδιάρικο του Δήμου .
Η χειρότερη ευχή της μητέρας μου ήταν
⁃ Μη διαβάζεις σκουπιδιάρης θα καταντήσεις
Κι εγώ έτρεμα από τον φόβο μου μη και βγει η ευχή της , η μυρωδιά του σκουπιδιάρικου ήταν ανυπόφορη και μέχρι να περάσει κρατούσα σφιχτά την μύτη μου
Μνήμες της παλιάς όχι πολλές φορές καλής Θεσσαλονίκης αλλά ήσυχης κι ανθρώπινης , στην αρχή της λεωφορόρου των Εξοχών της σημερινή Βασιλέως Γεωργίου και Όλγας …