Αύγουστος – μέρες φωτιάς…
Με καθυστέρηση, που δηλώνεται από την πρώτη πρόταση, και τίτλο «Πλήρης περιγραφή της πυρκαϊάς Θεσσαλονίκης», η «Νέα Εφημερίς» που έβγαινε στο Ηράκλειο Κρήτης δημοσιεύει σε 6 συνεχόμενα φύλλα της (από τις 22 ως τις 27 Αυγούστου 1917) μια λεπτομερέστατη ανταπόκριση. Ο συντάκτης της, αυτόπτης μάρτυς της φωτιάς, δεν την υπογράφει, παρότι δεν διστάζει να αναφέρει ονόματα άλλων. Απ’ όσα γράφει, όμως, εικάζουμε ότι υπηρετούσε στο ‘Γραφείο της Εφορίας Υλικού πολέμου Θεσσαλονίκης’ – πού βρισκόταν αυτό δεν ξέρω.
Το ‘ρεπορτάζ’ του έχει πολύ ενδιαφέροντα στοιχεία, ιδίως σε σχέση με τις αντιδράσεις του πληθυσμού (κατοίκων και μη) κατά τη διάρκεια της φωτιάς. Μιλάει για τις προσπάθειες αναχαίτισης της φωτιάς με χειροβομβίδες, για πλιάτσικο, για την ύπαρξη (έστω ελάχιστων) νεκρών, γράφει για συγκεκριμένα κτίρια, καταστήματα και δρόμους – αναφέρει την Εγνατία ως «Ιγνατία»- περιγράφει την κατάσταση των άστεγων τις επόμενες μέρες και την διανομή τροφίμων, και εκθειάζει τους Άγγλους.
Με κάποιες επισημάνσεις και μικρή σύνοψη, παρατίθεται ολόκληρη η ανταπόκριση. Ευχαριστίες στην Άννα Μαρκουλιδάκη που την εντόπισε και μας την έστειλε.
Στο τέλος, βάζουμε και τα υπόλοιπα σχετικά δημοσιεύματα της εφημερίδας την περίοδο εκείνη.
Μάρα Νικοπούλου
Στις 22/8/1917, στο πρώτο κομμάτι της περιγραφής, η έναρξη της φωτιάς τοποθετείται κατά τις 2μ.μ. Στις 5 μ.μ. φάνηκε ότι δεν ήταν κάτι συνηθισμένο, και λίγο μετά τις 6.30 στην οδό «Ιγνατία» (sic) επικρατούσε χάος από κατοίκους που κουβαλούσαν προς διάφορες κατευθύνσεις την πραμάτεια τους, ενώ πλησιάζοντας προς το σημείο που ξεκίνησε η φωτιά ακούγονταν ήδη οι χειροβομβίδες που έριχνε το «Μηχανικό» προκειμένου να αναχαιτίσει τη φωτιά. (Ξέρουμε ότι αυτό συνέβη αρχικά κυρίως γύρω απ’ το Διοικητήριο. Υπάρχει πιθανότητα αργότερα να έγινε το ίδιο και σε κάποια σημεία του Φραγκομαχαλά).
Στο οπισθόφυλλο του ίδιου τεύχους, ο ανταποκριτής περιγράφει πώς βοήθησε μια γυναίκα -πρόσφυγα απ’ την Θράκη- να κατεβάσει τα υπάρχοντά της απ’ τον Γ όροφο κτιρίου – νοικάρισσα ήταν, οπότε δεν την ένοιαζε για το οίκημα. Στέκεται με απορία (και αρκετά ειρωνική διάθεση, την οποία αποδίδει και σε άλλους θεατές) στις προσευχές που ακούγονταν από ένα σπίτι Εβραίων. Τέλος, γύρω στις 8 μ.μ., ξαναφτάνει στην ‘Ιγνατία’ (που σημαίνει ότι δεν ήταν δακτυλογραφικό, αλλά άποψη) κοντά στη Σκεπαστή αγορά. Εκεί βλέπει να καίγεται το Χαμζά Μπέη και τα μαγαζιά μπροστά του – το ξύλινο καπέλο του μιναρέ του κάηκε ‘σαν βεγγαλικό’, λέει. Εμείς ξέρουμε πάντως ότι το κτίριο δεν έπαθε μεγάλες ζημιές, σίγουρα όχι όσο άλλα τζαμιά που καταστράφηκαν ολοσχερώς.
Το απόσπασμα που δημοσιεύεται στις 23/8/17, μιλάει κυρίως για την περιοχή γύρω απ’ την Σκεπαστή Αγορά: Εκεί κοντά κάπου 50 πεζικάριοι αγγαρεύονται να βοηθούν στη μεταφορά πραγμάτων όποιον τους το ζητήσει. Ο ίδιος ο ‘ρεπόρτερ’ μεταφέρει ένα δέμα με ρούχα μέχρι την «γέφυραν την ευρισκόμενην εις την αρχή της οδού Ιγνατίας». Ποια είναι αυτή η γέφυρα; Την αναφέρει ξανά. Επιστρέφει να δει τι γίνεται με την Σκεπαστή, για τα καταστήματα της οποίας τρέφει μεγάλο θαυμασμό, τόσο ώστε βάζει και bold. Στην αρχή καίγονται μόνο τα βόρεια εξωτερικά καταστήματα, όσο βρίσκεται στο μέσο της τον πνίγουν οι καπνοί και προχωράει προς τα νότια. Έχει προλάβει όμως να δει ότι μέσα, άτομα κάθε φυλής, πλην των Άγγλων που μόνον βοηθούσαν (πάλι με bold), περιμένουν για πλιάτσικο. Φαίνεται ότι και οι Γάλλοι βοήθησαν βέβαια, προσπαθώντας να αποτρέψουν το πλιάτσικο. Ακριβώς νότια της αγοράς, βρίσκεται σε ‘ανοιχτό’ κατάστημα (κοσμηματοπωλείο+άλλα είδη πολυτελείας) μαζί με τον ιδοκτήτη και τον υπάλληλο και …πιάνουν την κουβέντα. Τόσο που όταν αντιλαμβάνονται ότι η φωτιά έχει φτάσει εκεί, είναι πια αργά και το μαγαζί γίνεται «παρανάλωμα του πυρός μεθ’ ολοκλήρου του ανεκτίμητου πλούτου του». Όπως και τα άλλα, δηλαδή, γιατί οι μαγαζάτορες νόμιζαν ότι η Σκεπαστή θα την γλιτώσει. Ο ίδιος υποχωρεί άρον-άρον μέχρι την Τράπεζα Αθηνών….
Στη συνέχεια που δημοσιεύεται στις 24/8, περιγράφεται το δράμα που προφανώς λαμβάνει χώρα κάπου κοντά στην Αγ. Μηνά. Δυο Εβραίες βγάζουν απ’ το σπίτι τους τα υπάρχοντά τους, η ανάπηρη μητέρα τους είναι κατάκοιτη μέσα, κι όταν η φωτιά πλησιάζει τρέχουν για να την βγάλουν, αλλά οι παριστάμενοι στρατιώτες των συμμαχικών δυνάμεων, εκτελώντας διαταγές να μην αφήνουν κόσμο να μεταφέρει τίποτα όταν η φωτιά είναι πολύ κοντά, δεν τους το επιτρέπουν. Κάποιος καταφέρνει να εξηγήσει στους στρατιώτες ότι πάνε να σώσουν άνθρωπο, αλλά το σπίτι τυλίγεται στις φλόγες πριν προλάβουν. Είναι η ίσως η πρώτη φορά που διαβάζουμε βάσιμη υπόνοια για νεκρό κατά τη διάρκεια της φωτιάς (το επόμενο διάστημα, για μήνες μετά, δηλαδή, υπάρχουν αρκετοί νεκροί από καταρρεύσεις τοίχων καμένων κτιρίων).
Κατά τις 11 το βράδυ πια, ο ανταποκριτής μας μαζί με άλλον έναν Κρητικό που έχει συναντήσει, προσπαθούν να κατευθυνθούν προς τον Λευκό Πύργο, για να βρίσκονται και πιο κοντά στους στρατώνες τους. Είναι αδύνατον ή/και επικίνδυνο να διαβούν την Λ. Νίκης. Φλόγες παντού, καπνός και χιλιάδες κόσμου με τα υπάρχοντά τους. Ευτυχώς υπάρχουν αρκετά πλεούμενα που τους φορτώνουν.
Στο απόσπασμα της 25/8, περιγράφει πώς μαζί με άλλον Κρητικό, και έχοντας χαθεί με τον προηγούμενο, αποφασίζουν να πάνε ανατολικά (στον Λευκό Πύργο), κάνοντας τον κύκλο της πόλης μαζί και με κάποιον ντόπιο μάλλον. Μέσα απ’ τον Βαρδάρη, ανεβαίνουν στην συνοικία του Πρ. Ηλία. Εκεί αναφέρει ένα ‘φρούριο’ στο οποίο, 1 π.μ. της 6ης Αυγούστου πια, ανέβηκαν για να παρακολουθήσουν την ‘συντελούμενη εκμηδένιση της πόλεως’. Ποιο φρούριο μπορεί να εννοεί; Μήπως τα γνωστά μας ‘ερείπια’ με τους πανύψηλους τοίχους βόρεια του Πρ. Ηλία και νότια της οδού Άθωνος; Ή μήπως αποκαλεί φρούριο το Μουσά Μπαμπά στην Πλ. Τερψιθέας, όπου ξέρουμε ότι υπήρχε συγκεντρωμένος κόσμος κατά τη διάρκεια της φωτιάς; Όπως και να ‘χει από εκεί παρατηρούν και περιγράφει την έκταση της φωτιάς εκείνη την ώρα:
Από λίγο πιο δυτικά της γέφυρας που βρίσκεται στην αρχή της Εγνατίας (να ‘την πάλι η γέφυρα!),κατεβαίνει λοξά αριστερά προς την παραλιακή, φτάνει μέχρι λίγο ανατολικότερα του Αλάμπρα (μεταξύ Στ. Καλλάρη και Γούναρη, με σημερινούς όρους), ανοίγει λοξά προς τα δεξιά (βόρεια) μέχρι την Βενιζέλου πάνω απ’ την Τράπεζα Αθηνών (γωνία με Αγ. Μηνά) και φτάνει στην συνοικία του Βαρδάρη. Υπολογίζει μια περίμετρο πάνω από 7 χιλιομέτρων. Ο ανταποκριτής μας και ο φίλος του μένουν εκεί 2 ώρες κατά τη διάρκεια των οποίων σκάνε εντυπωσιακά και τα διάφορα αποθέματα ποτών στα καταστήματα της παραλιακής, και μετά μέσω των συνοικιών Πρ. Ηλία και Επταπυργίου, κατεβαίνουν στον Λευκό Πύργο. Η Λ. Νίκης και η θάλασσα μπροστά της είναι κενή πια.
Στο απόσπασμα της 26/8, μιλάει για το ξημέρωμα της 6ης Αυγούστου. Οι Άγγλοι παρέχουν αυτοκίνητα για μεταφορά ‘περισωθέντων πραγμάτων των παθόντων’ και οι φίλοι μας βοηθύν, μέχρι τις 6 που πηγαίνουν πια στους στρατώνες τους. Η πόλη θα συνεχίσει να καίγεται ολόκληρη τη μέρα, καθώς και τις δυο επόμενες. Στην καταγραφή των καταστροφών, αναφέρει πρώτα τα ‘πλουσιώτατα εμπορικά και αδαμαντοπωλεία’ της οδού Βενιζέλου και την Εθνική Τράπεζα. Αναφέρει επίσης το Δημαρχείο, το Ταχυδρομείο και Τηλεγραφείο, γραφεία και τυπογραφεία 6 εφημερίδων. Και φυσικά την πλ. Ελευθερίας απ’ την οποία ‘δεν έμεινεν τίποτε απολύτως. Άγιος Δημήτριος και Άγιος Νικόλαος και άλλες εκκλησίες κάηκαν, η Αγία Σοφία σώθηκε. Οι άστεγοι, λέει, είναι 150.000 σύμφωνα με τις πληροφορίες των εφημερίδων -σίγουρα όχι λιγότεροι από 100.000. Η μισή πόλη σε έκταση, τα 8/10 σε αξία. Η καταστροφή της Μεσσήνης πριν λίγα χρόνια ωχριά μπροστά σε αυτήν.
Το σημερινό απόσπασμα τελειώνει με την περιγραφή της διανομής ψωμιού στο Πεδίο του Άρεως: ο στρατιώτης ανεβαίνει μαζί με τους σάκους με τα ψωμιά σε δέντρο και τα πετάει από εκεί.
Ο επίλογος δημοσιεύεται στις 27/8. Δεν θρηνήσαμε παρά μόνον ελάχιστα ανθρώπινα θύματα, λέει. Κι αυτό χάρη στις προσπάθειες των Άγγλων. Περιγράφει τις άοκνες ενέργειές τους και την ιπποτική τους συμπεριφορά προς όλους άνευ καμίας διακρίσεως (με bold και αναλυτικά). Αποδείχτηκε ότι μόνον στην Αγγλία που έχει τέτοια τέκνα, πρέπει να επιτραπεί να ‘κοσμοκρατορήσει’, καταλήγει η ανταπόκριση σε συνέχειες για «την φοβερά καταστροφή της πόλεως Θεσσαλονίκης» που παρακολουθήσαμε.
Από την καταστροφή αυτή και μέχρι να δημοσιευτεί η ανταπόκριση, οι σχετικές αναφορές είναι λίγες:
Με ημερομηνία 8/8 -και δημοσίευση στις 9/8/17- έχουμε τις δηλώσεις του Βενιζέλου στη Βουλή : τυχαία πυρκαγιά, το μεγαλύτερο μέρος της πόλης καταστράφηκε βοηθούντος και του ανέμου, τρομερή συμφορά, 80.000 άστεγοι. Στάλθηκαν υπουργοί, σκηνές και αλεύρι, δόθηκε απεριόριστη πίστωση για την περίθαλψη των παθόντων. Οι ζημιές υπολογίζονται σε 1 δισεκατομμύριο φράγκα.
Από μια ειρωνία της τύχης, φαίνεται ότι για τις 10/10 υπήρχε προαγορασμένη διαφήμιση ενός υφασματέμπορα. Και την έβαλαν. Κατά πάσα πιθανότητα, στην Φιλικής Εταιρείας 11 που ήταν η έδρα του, δεν θα είχαν απομείνει πια πολλά…
Στις 11/8, μαθαίνουμε ότι ο Δήμος Αθηναίων θα δώσει 50.000 βοήθημα στα θύματα της Θεσσαλονίκης. Όσο έψαξα, δεν υπάρχει αντίστοιχο ψήφισμα από τον Δήμο Ηρακλείου Κρήτης. Μπορεί να δόθηκε κάτι αργότερα.
Τέλος, στις 18/8, δέκα μέρες μετά το τέλος της πυρκαγιάς και 4 πριν την ‘ανταπόκριση’, μαθαίνουμε ότι η ζωή στην πόλη έχει επανέλθει. Οι παθόντες υπολογίζονται πια σε 60.000 και τους παρέχεται άφθονος άρτος, σκηνές και κάθε είδους περίθαλψη. Η γαλλική κυβέρνηση στέλνει 215.000 φράγκα, ο Δήμος του Λονδίνου κάνει έρανο για τα θύματα.