Για την Παγκόσμια Ημέρα Αδέσποτων Ζώων. Τα σκυλιά της πόλης
Για την Παγκόσμια Ημέρα Αδέσποτων Ζώων (4 Απριλίου) και καθώς διάφορα περιστατικά απίστευτης αγριότητας βγαίνουν στο φως, ένα αφιέρωμα με δημοσιεύματα, φωτογραφίες κι ένα ποίημα... για τα αδέσποτα σκυλιά της πόλης. Από την Μάρα Νικοπούλου. Στις άπειρες φωτογραφίες της Θεσσαλονίκης στις αρχές του 20ού αιώνα εμφανίζονται ελάχιστα σκυλιά. Παρ' όλ' αυτά όμως, η παρουσία τους πρέπει να ήταν αρκετά έντονη –και συχνά “προβληματική”. Η Journal de Salonique, 120 χρόνια πριν, ξεκινά μια καμπάνια ενάντια στα λυσσασμένα αδέσποτα – στην ουσία ενάντια στα αδέσποτα γενικά. Μια “λυσσαλέα” καμπάνια, θα λέγαμε, με αφορμή δυο περιστατικά που δημοσιεύονται στις 31/3/1898. “Ένα από τα αδέσποτα σκυλιά, που αποτελούν θλιβερή διακόσμηση σε κάποιες συνοικίες της πόλης μας, δάγκωσε τα δυο παιδιά ενός μηχανικού της Jonction. Καθώς το περιστατικό κρίθηκε ύποπτο, τα παιδιά στάλθηκαν στο Λυσσιατρείο της Κωνσταντινούπολης. Την περασμένη Κυριακή, ένα απ' αυτά τα βλαβερά ζώα επιτέθηκε σε έναν από τους συμπαθέστερους ποδηλάτες της πόλης. Ευτυχώς, τον δάγκωσε πολύ ελαφρά κι έτσι δεν χρειάστηκε να επισκεφτεί τους διαδόχους του Παστέρ. Αυτό μας κάνει να σκεφτούμε ότι με τις ζέστες να πλησιάζουν, τα επικίνδυνα συμβάντα μπορεί να πολλαπλασιαστούν και να έχουν πολύ άσχημα αποτελέσματα. Πρώτιστο καθήκον των δημοτικών αρχόντων μας είναι να απαλλαγούμε από αυτά τα άθλια ζώα. Όταν μπαίνει θέμα να σωθούν πολλές πολύτιμες ζωές από μια τέτοια φρικτή μάστιγα όπως η λύσσα, η θυσία ορισμένων ψωραλέων σκύλων δεν θα έπρεπε να αποτελέσει θέμα συζήτησης επί μακρόν”. Αυτή η τελευταία πρόταση (το κιτρινισμένο κομμάτι στο απόσπασμα ) θα επαναληφθεί σε αρκετά φύλλα της εφημερίδας τον επόμενο διάστημα. Το απόσπασμα τελειώνει “καρφώνοντας” συγκεκριμένο άνθρωπο: “Κι ας αρχίσουν διατάζοντας τον σκουπιδιάρη της πλατείας Ολύμπου να κρατάει σπίτι του –αν τ' αγαπάει τόσο- τα 10-12 αγριόσκυλα που τον συνοδεύουν στις πρωινές του διαδρομές”. Οι φωτογραφίες του αφιερώματος δεν χρονολογούνται τόσο πίσω όσο το 1898. Δείχνουν όμως κάποια απ' τα –λίγα, όπως είπαμε- σκυλιά που αιχμαλώτισαν οι φακοί των φωτογράφων από το 1905 ως το 1918. Όπως αυτός ο σκύλος στην οδό Αλκινόου. Στις 9 Μαϊου 1898, η JdS επανέρχεται καταγράφοντας άλλο ένα περιστατικό. Λυσσασμένο σκυλί δάγκωσε δυο αγοράκια στην οδό Σαμπρή Πασα. Το ένα χρειάστηκε να μεταφερθεί στην Κωνσταντινούπολη. Το σκυλί το σκότωσαν περαστικοί. Υπάρχουν όμως αρκετά που “σε αγέλες των 6 με 8, σουλατσάρουν ελεύθερα στις κεντρικές οδούς μας. Αν ο Δήμος αγαπά αυτά τα άθλια ζώα που, ως ένα βαθμό κάνουν και τον τζάμπα σκουπιδιάρη, εμείς αγαπάμε τη ζωή μας”. Τελειώνει επαναλαμβάνοντας αυτό που είχαν γράψει και στις 31 Μαρτίου. Τρεις μέρες αργότερα, το ίδιο απόσπασμα είναι η αρχή νέου δημοσιεύματος, στο οποίο δηλώνεται ότι αποτελεί πια την μόνιμη επωδό τους. “Όσο δεν λαμβάνονται ριζικά μέτρα για την καταπολέμηση των αδέσποτων σκύλων, θεωρούμε ότι είμαστε υποχρεωμένοι να επανερχόμαστε με επιμονή σ' αυτό το ζήτημα που ενδιαφέρει το κοινό ολίγον τι παραπάνω απ' όσο ο ισπανο-αμερικανικός πόλεμος”, δηλώνουν με μπόλικη ειρωνεία. Το καλοκαίρι πλησιάζει, με τις ζέστες τα κρούσματα υδροφοβίας πολλαπλασιάζονται. Την περασμένη βδομάδα ένα σκυλί δάγκωσε δυο παιδάκια. Και προχτές άλλος σκύλος δάγκωσε τρία αγοράκια κι εξαφανίστηκε. “Ζητάμε πολλά λέγοντας στον Δήμο να υπολογίζει λίγο περισσότερο τη ζωή των πολιτών;” καταλήγει. Αυτό το σκυλάκι πάντως (στην Πλατεία Καλλιθέας περίπου το 1916) φαίνεται ιδιαίτερα φιλικό. Η φωτό ανήκει στη Συλλογή Αλμπαρέλ αλλά είναι πιθανόν τραβηγμένη από τον Joseph Pigassou. Πριν κλείσει ο Μάιος του 1898, στην εφημερίδα εμφανίζονται άλλες δυο ειδήσεις. Στις 23/5 (αριστερά), αναφέρει πως “όσοι παίρνουν τον δρόμο από την Ιστιρά προς τον Σταθμό της Ανατολής ή το Μπεχτσινάρ σίγουρα θα έχουν παρατηρήσει την αγέλη των ημιάγριων σκυλιών που μαστίζει την περιοχή του Τελωνείου και της Καραντίνας. Την Πέμπτη, ένας κολτζής [φύλακας] της Ρεζή σκότωσε ένα απ' αυτά με το περίστροφό του. Προς το παρόν δεν παρουσιάζει σημάδια λύσσας. Συγχαρητήρια στον γενναίο κολτζή. Αν συνεχίσει έτσι θα τον ανακηρύξουμε επίτιμο ρεβόλβερ”. Στις 30/5 (δεξιά) στον αγώνα κατά των σκύλων επιστρατεύεται και η... Βοημία. “Οι Αρχές της κωμόπολης Πισέκ στην Βοημία μόλις έδωσαν μάθημα υγιεινής στις δικές μας. Την προηγούμενη βδομάδα εκεί υπήρξε ένα κρούσμα υδροφοβίας και ο Δήμος πήρε δραστικά μέτρα: διέταξε τη θανάτωση όλων των σκυλιών της περιοχής. Mια εκατόμβη που θα μείνει γραμμένη με αίμα στην ιστορία αυτών των ζώων. Εμείς δεν ζητάμε τον θάνατο των κακούργων [προφανώς εννοεί τα σκυλιά], αλλά θα μπορούσαμε να εξορίσουμε μαζικά κάπου, σε κάποιο έρημο νησί, τους πολυάριθμους λύκους που, με μορφή σκύλου, δεν είναι και ό,τι καλύτερο για την πόλη μας!” “Delenda Carthago!” καταλήγει θυμίζοντάς μας τον στόχο της εφημερίδας. Άλλη εποχή, βέβαια, κι αυτή η φωτογραφία, αλλά ορίστε δυο σκυλιά που “παρελαύνουν” στην Κουντουριώτη. Μια σχετική ηρεμία τον Ιούνιο, αλλά στις 25 Ιουλίου 1898 η JdS ξεσπαθώνει: “Είμαστε σίγουροι ότι δεν δυσαρεστούμε τους αναγνώστες μας επανερχόμενοι στο θέμα των αδέσποτων σκύλων. Σήμερα το πρωί, παρατηρήσαμε πάλι τη μισή ντουζίνα λύκων που ταϊζει ο αραμπατζής (σκουπιδιάρης, στην περίπτωση) της πλατείας Ολύμπου”. Έχουν επισημάνει το γεγονός στις Αρχές, λένε, αλλά σήμερα το πρωί ένα απ' αυτά σκυλιά επιτέθηκε σε ένα κοριτσάκι (τουρκάκι). Τι περιμένει ο Δήμος για να λάβει ριζικά μέτρα; Γιατί δεν μιμείται τον Δήμο της Σμύρνης που πήρε ένα ωφέλιμο για την υγεία μέτρο εκδίωξης των αδέσποτων σκυλιών; “Ποιος ξέρει, ίσως στην Σμύρνη η φυλή των σκύλων δεν προστατεύεται από τους σκουπιδιάρηδες”, καταλήγει. Άλλο ένα φιλικό σκυλάκι (ίσως κοκόνι) στο Γιλάν Μερμέρ. Πάντως, τα δημοσιεύματα μειώνονται (ίσως και τα περιστατικά) γιατί ως το τέλος του 1898 εμφανίζονται μόνον άλλα δύο: α) Στις 8 Αυγούστου όπου 2 κοριτσάκια κι ένα αγοράκι νοσηλεύονται στο στρατιωτικό νοσοκομείο και πρόκειται να μεταφερθούν στην Κων/λη. β) Τον Δεκέμβριο, όπου ένας κατά πάσα πιθανότητα λυσσασμένος σκύλος δάγκωσε έναν ξένο έμπορο στον Φραγκομαχαλά. Το σκυλί το σκότωσαν, για το θύμα δεν μαθαίνουμε κάτι παραπάνω. Τον Μάιο του 1899 υπάρχουν περιστατικά στην περιοχή των Εξοχών (δεξιά). “Κάθε χρόνο, τέτοια εποχή, η μάστιγα της λύσσας επιστρέφει, κι έχουμε πολλάκις επισημάνει τους κινδύνους που ελλοχεύουν όταν αφήνουμε να ζουν ελεύθερα στους δρόμους μας αυτά τα άθλια ζώα. Προς μεγαλη μας απογοήτευση, δεν έχει ληφθεί κανένα προληπτικό μέτρο. Ελπίζουμε, αυτή τη φορά, το Δημοτικό Συμβούλιο να κάνει κάτι προκειμένου να ξεφορτωθούμε αυτές τις αγέλες σκύλων που μαστίζουν κάποιες συνοικίες [...]” Τα επόμενα χρόνια κυλούν ήρεμα... Δεν ξέρουμε αν έγιναν κάποιες ενέργειες ή απλώς η εφημερίδα αποφάσισε (για όποιον λόγο) να μην συνεχίσει με τον ίδιο ρυθμό. Μόνον μια αναφορά σε δαγκωμένο νεαρό μουσουλμάνο το 1904. Kαι μία ακόμα για λυσσασμένη γάτα – η μοναδική περίπτωση γάτας που βρέθηκε στην αποδελτίωση.
Στις 6 Νοεμβρίου του 1905, όμως, εμφανίζεται τεράστιο άρθρο για (ή, μάλλον, με αφορμή) την Εταιρεία Προστασίας Ζώων. “Η ΕΠΖ φαίνεται ότι έχει εκπροσώπους και φανατικούς υποστηρικτές στη Θεσσαλονίκη. Έχει ξεκινήσει μια καμπάνια υπέρ των ζώων και μια έκκληση βοηθείας στις συμπονετικές ψυχές που δεν παραμένουν αδιάφορες μπροστά στην απάνθρωπη και ανόητοι σκληρότητα απέναντι στα ανυπεράσπιστα ζώα”, ξεκινάει το άρθρο. “Καλό έργο και δεν μπορούμε παρά να συγχαρούμε τους προστάτες των ζώων”, συνεχίζει, “Αλλά...” Και μ' αυτό το αλλά το γυρίζει στο γνωστό “καλά, λοιπόν, τα ζώα, αλλά τα παιδιά...” με μια ολόκληρη επιχειρηματολογία που ελάχιστα διαφέρει από όσα λέγονται στις μέρες μας “για τα παιδάκια της Αφρικής”. Μόνη διαφορά ότι η εφημερίδα φαίνεται ότι πρόσφατα είχε επιχειρήσει να ξεκινήσει μια καμπάνια για την ίδρυση “Εταιρείας Προστασίας Παίδων”. Για πάνω από μήνα, η εφημερίδα γίνεται πεδίο ανταλλαγής απόψεων υπέρ της μίας ή της άλλης πλευράς, με επιστολές ακόμα και από το εξωτερικό –γεμάτες “φιλοφρονήσεις”. Κοινώς: o κακός χαμός. Μόνη φωτογραφία στην οποία εμφανίζονται πολλά (4) σκυλιά συγχρόνως είναι αυτή της Αγ. Δημητρίου του Joseph Pigassou (1916-17) απ' όπου και το ζουμ με τα τρία από αυτά. Ήταν και κουίζ για τα παιδιά που επισκέπτονταν την έκθεση του Πιγκασού 🙂 Σίγουρα πάντως κάτι είχε αρχίσει ν' αλλάζει και στην αντιμετώπιση της εφημερίδας. Τον Ιούλιο του 1908 δημοσιεύει στην πρώτη σελίδα ποίημα για τα αδέσποτα! με τίτλο “Η ΜΠΑΛΑΝΤΑ ΤΩΝ ΣΚΥΛΙΩΝ ΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ” Με τρίχες όρθιες, φαγούρα και βρωμιά Περίεργοι από γεννησιμιού Δόντια μακριά, βαθουλωτή κοιλιά, ευγνώμονες σκουπίδια αν μας πετούν Γλυκά και ντροπαλά, παρ’ όλα όσα συμβαίνουν και μια διάθεση σχεδόν αγγελική, παιδιά γονιών αγνώστων όλοι εμείς, οι μούργοι οι Σαλονικιοί!
Κάποιοι ονειρεύονται –οι σπλαχνικές καρδιές– εμάς να σώσουνε από το μαύρο χάλι. Μα εμείς ανάγκη δεν τις έχουμε αυτές. Δεν θέλουμε οίκτο, μας προσβάλλει! Καθένας για τον εαυτό του στη ζωή. Ζήλια καμιά για τα σκυλιά του καναπέ τα χαϊδεμένα από τ’ αφεντικά τους, ο σβέρκος ο δικός μας λουρί δεν δέχτηκε ποτέ! Ζητιάνοι αλλά ανεξάρτητοι εμείς, οι μούργοι οι Σαλονικιοί!
Άλλοι –οι γκρινιάρηδες, οι μίζεροι– έχουν μαζί μας πολύ εξοργιστεί. Ορκίζονται για αδυσώπητη ποινή, διατάζουν εκατόμβη τρομερή! Φτωχά μυαλά! Ξεχνάτε με τι ζήλο εμείς μονάχα καθαρίζουμε τους δρόμους. Κι ότι ευθύς θα πήξετε στους ψύλλους χωρίς τους Θεσσαλονικιούς τους σκύλους.
Εμπρός, λοιπόν! Koυτσοί, τρελοί που κυνηγάτε ωσάν λύκοι κι εσείς που ζητιανεύετε... Όλη η κλίκα, ελάτε να τεντώσουμε ποδάρια εμείς, τ’ αδέσποτα της Σαλονίκης! Να και ένα σκυλάκι με λουρί, με το αφεντικό του, τον λόρδο Γκράνβιλ, το 1917. Tον Σεπτέμβριο 1908, με τίτλο “Ενάντια στη λύσσα” δημοσιεύει την εισήγηση που έκανε ο κτηνίατρος του Δήμου στο Δημοτικό Συμβούλιο. Ο κτηνίατρος ξεκινά με μια αναφορά σε δυο πρόσφατα περιστατικά (έναν βαρκάρη που αρνήθηκε να κάνει αντιλυσσική θεραπεία και πέθανε, και δυο άτομα που τα δάγκωσε ένας άγνωστος σκύλος στις Εξοχές) και μια γενική εισαγωγή ότι καλύτερη είναι η πρόληψη. Μετά παραθέτει τα συγκεκριμένα μέτρα που πρέπει να υιοθετηθούν: 1. Να φτιάξει ο Δήμος σιδερένια κλουβιά και να βάζουν εκεί για παρακολούθηση τα ύποπτα για λύσσα σκυλιά. 2. Όσα δαγκώνουν, να μεταφέρονται ζωντανά εκεί, γιατί σε νεκρό σκυλί δεν μπορεί να εντοπιστεί η λύσσα 3. Αν επιβεβαιωθεί ότι ήταν λυσσασμένο, ο Δήμος μέσω των εφημερίδων να ενημερώνει την συνοικία απ' όπου προερχόταν ότι υπάρχουν λυσσασμένα σκυλιά και να καλεί όποιον έχει δαγκωθεί να πάει το συντομότερο για αντιλυσσικό εμβόλιο [τότε πια υπάρχει λυσσιατρείο στην πόλη –άνοιξε στις 6/4/1905] 4. Τα κατοικίδια σκυλιά και τα σκυλιά “πολυτελείας” [sic] να έχουν φίμωτρο και περιλαίμιο με το όνομα του ιδιοκτήτη και την γειτονιά τους. Οι παραβάτες να τιμωρούνται. 5. Τα σκυλιά του δρόμου, όντας ο κατ' εξοχήν μεταφορέας της νόσου, καλό θα ήταν να εξοντωθούν. Αν δεν μπορούν να τα εξοντώσουν με κάποιο δηλητήριο στο φαγητό τους, τουλάχιστον να στειρώσουν τα αρσενικά για να μην πολλαπλασιάζονται. Δεν δείχνει καθόλου επιθετικός. Άγνωστο αν ανήκει στον λευκοντυμένο κύριο ή απλώς τον συνοδεύει στη βόλτα του. 1910, και η επιχείρηση εξόντωσης των σκύλων είναι σε πλήρη εξέλιξη. Με τίτλο “Αντίο, συμπόνια” δημοσιεύεται ένα μακρύ “κατηγορώ”... “Αντίο, φτωχέ μου φίλε, φτωχέ κατώτερε αδερφέ μου, που ένα απλό καλοσυνάτο βλέμμα σε γέμιζε χαρά. Φτωχό σκυλί του δρόμου, κάποτε τόσο σεβαστό στην Τουρκία. Αντίο, γιατί όλα αλλάζουν, όλα προοδεύουν και η ανθρωπότητα ανεβαίνει ψηλά, όλο και ψηλότερα με κάθε χτύπο του ρολογιού του Χρόνου –έτσι που, όπως στα αεροπλάνα, πρέπει να πετάξεις τη σαβούρα, κάθε άχρηστο βάρος, ακόμα και της καρδιάς σου. Τα καταδικάσατε –καλώς. Τα σκοτώνετε, πώς; Αγνοώ και προτιμώ να μην ξέρω. Αυτό που ξέρω, το είδα. Κι αυτό που είδα είναι φρικτό και ποτέ η κτηνωδία του ζώου που λέγεται άνθρωπος δεν ήταν τόσο απεχθής. Ας είναι... Όμως, οι εντολές που δίνετε στους βασανιστές πρέπει να έχουν όρια. Στη συνοικία των Εξοχών όπου κατοικώ, είδα εκτός απ' την βιαιότητα, την κατανοητή αγριότητα για ανθρώπους που μπόρεσαν να δεχτούν να κάνουν μια τέτοια δουλειά, που δεν συγκρίνεται ούτε με του χασάπη. Είδα, λοιπόν, στην συνοικία μας των Εξοχών, όπου η απομόνωση καθιστά αναγκαία την παρουσία σκύλου-φύλακα, αυτούς τους άντρες να εισβάλουν στις αυλές των σπιτιών και, παρά τις διαμαρτυρίες των ιδιοκτητών, να παίρνουν τους σκύλους τους –και ξέρετε καλά με τι τρόπο. Αν δεν κατάφερναν να τους αρπάξουν, εξοργισμένοι τους έπιαναν με τις τανάλιες τους και ποτέ δεν έχω δει πιο αποκρουστικό θέαμα. Καλά που δεν πήρε και το θηλυκό κυνηγόσκυλό μου που είναι μεγάλης αξίας, και σας το λέω, ήταν τυχερός που ενώ κατευθύνθηκε προς τα εκεί, σταμάτησε. Γιατί, στην αγριότητα, θα απαντούσα κι εγώ με αγριότητα. Έγινε αντιληπτό, λοιπόν, ότι αυτό που δεν τολμούσαν ποτέ να κάνουν οι πατεράδες σας, εσείς το κάνετε. Και δεν θα είχα αντίρρηση αν η εξόντωση αυτών των δυστυχισμένων ζώων γινόταν χωρίς να υποφέρουν αναίτια. Αν χρησιμοποιούσατε απλούς εκτελεστές, αντί να αφήσετε το πεδίο ελεύθερο στους βασανιστές. Σκοτώστε, αλλά μην βασανίζετε! Και σ' ό,τι αφορά τα κατοικίδια ζώα που μας ανήκουν, δώστε διαταγή στους μακελλάρηδές σας να τα σέβονται. Τώρα, κύριοι δολοφόνοι κάθε λογής, περιθωριακοί όλων των χωρών, δολοφόνοι και λωποδύτες, μαχαιροβγάλτες και διαρρήκτες, χαίρετε και καλωσορίσατε, το πεδίο είναι ελεύθερο για να δράσετε, γιατί δολοφόνησαν το καλό μου φιλαράκι, τον άγρυπνο φύλακά μου, το ταπεινό σκυλί του δρόμου. O αποδιοπομπαίος τράγος όλων εξαφανίστηκε τελικά με βασανιστικό θάνατο”, γράφει ο Αντ. Μπον. Δεν ξέρουμε αν ο σκύλος που τριγυρίζει την ώρα της φωτιάς είναι κάποιο από τα αδέσποτα της Θεσσαλονίκης ή κατοικίδιο που βρέθηκε στο δρόμο. Tα χρόνια περνάνε, αλλά η αστυνομική διάταξη που ψηφίζεται τον Νοέμβριο 1922 ελάχιστα διαφέρει από όσα εφαρμόζονταν πριν. Η δημοσίευσή της στην εφημερίδα τρεις μήνες μετά (στις 14/2/1923) σημαίνει και την έναρξη καθημερινών επιχειρήσεων. Τα μαθηματικά της φρίκης... σε λιγότερο από 20 μέρες. Μια πρόσφατη φωτογραφία για το τέλος, με μερικά από τα πιο τυχερά αδέσποτα της Θεσσαλονίκης 🙂 Όχι ότι αυτή χαρακτηρίζει γενικά τη σημερινή “σκυλίσια” ζωή. Έτσι, απλώς για να γλυκάνουμε λίγο...